"Λέξω προς αιθέρα"

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Δ. Τέλος τετραλογίας



Ο ξεσηκωμός που ήτανε να `ρθει και που δεν πρόκειται


Στου ίδιου μήνα η ανάρτηση πέρυσι είχε τίτλο: Τέλος και του 2012, μα το κοινωνικό μας τέλμα δεν έχει τέλος.  Τον ίδιο τίτλο θα μπορούσε να έχει και η φετινή ανάρτηση αυτού του μήνα. Γιατί η ακινησία της ελληνικής κοινωνίας παραμένει σταθερή, ωσάν να μη νιώθει μπότα κατακτητή να περνάει πάνω από το κορμί της, παρόλο που την αισθάνεται έντονα. Γιατί δεν το δείχνει αντιδρώντας;
Φαίνεται πως για τους ξεσηκωμούς δεν αρκεί η ύπαρξη των αιτίων και των αφορμών, που θεωρεί ο Θουκυδίδης αναγκαίες και ικανές συνθήκες για να τελεστεί ένα κοινωνικό γεγονός. Ή καλύτερα, επειδή ο μεγάλος μας ιστορικός δεν μπορεί να πέφτει έξω, αυτό που εκείνος θεωρούσε αυτονόητα υπαρκτό, την ενότητα του κοινωνικού συνόλου, που συνιστά και τη δυνατότητά του να δρα ενιαία, εδώ δεν υπάρχει. Και ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι συντελεστές της ενοποίησής του που στην περίπτωσή μας απουσιάζουνε;
Ένας θα ήταν ο εθνικός παράγοντας, η ιδεολογία του εθνικισμού, παρμένη στην ορθή της εκδοχή, ας είναι συνήθως μεταφυσική η υπόστασή της. Όμως σε καιρούς παγκοσμιότητας – ο όρος δεν έχει καθόλου αρνητικό στιγματισμό – ο εθνικισμός εκ των πραγμάτων είναι αμβλυμένος και καλώς έχει που είναι αμβλυμένος. Άρα του λείπει η απαιτούμενη αιχμηρότητα. Όμως στην τωρινή του εκδοχή στη χώρα μας δεν έχει και ενότητα. Η εισβολή του μνημονίου έχει διασπάσει την πολιτική του εκπροσώπηση σε τρία τουλάχιστον πολιτικά κομμάτια, της Νέας Δημοκρατίας, των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής, τα οποία απέναντι στο Μνημόνιο έχουν αλληλοαναιρετική στάση, γεγονός που συνιστά και τη δική τους αλληλοαναίρεση σ` αυτό το θέμα. Η διαστροφή μάλιστα του εθνικισμού, που εκφράζεται από τη Χρυσή Αυγή, αποτελεί ταυτόχρονα και την αντιστροφή του, άρα την αυτοαναίρεσή του.
Ήξερε πολύ καλά τι έκαμνε η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης – δε θέλω να πω μόνο η τρόικα – που πίεζε επίμονα τον κ. Σαμαρά να πάει με το μέρος της και ήτανε μεγάλη η νίκη της, όταν τον πήρε, διασπώντας με την επιτυχία της την ενιαία πολιτική έκφραση του εθνικισμού στη χώρα μας. Ίδιας πολιτικής σημασίας επομένως είναι και η μεταστροφή του κ. Σαμαρά, αφού η δική του μεταστροφή έφερε αυτή τη διάσπαση και την αλληλοαναίρεση της εθνικιστικής ιδεολογίας. Ανάλογης έκτασης βέβαια είναι και η αρνητική ηθική της αποτίμηση.
Επομένως η εθνική ή εθνικιστική ιδεολογία σ` αυτή τη χρονική στιγμή δεν μπορεί να παίξει ρόλο ενοποίησης της ελληνικής κοινωνίας. Εξάλλου το θέμα δεν είναι καν εθνικό**. Γι` αυτό ο δεύτερος παράγοντας, ο ταξικός, θα μπορούσε να ανακηρυχθεί σε ενοποιητική δύναμη και μάλιστα αποκλειστική και όχι σε συνδυασμό με τον προηγούμενο παράγοντα, γιατί και εδώ, στη σύμπραξή τους, λαμβάνει χώρα η αλληλοαναίρεση. Παράδειγμα εύγλωττο η αλληλοαναίρεση μεταξύ Αριστεράς και Χρυσής Αυγής ή ακόμα και Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Γιατί όμως και ο ταξικός παράγοντας, η αριστερή ιδεολογία με άλλα λόγια, δεν έπαιξε ρόλο ενοποιητικό, ενώ οι περιστάσεις το απαιτούσαν;
Γιατί η Αριστερά ως πολιτικό μόρφωμα, όπως και στην Ευρώπη έτσι και στην Ελλάδα, ας της καταφέρθηκε θανάσιμο πλήγμα, μπροστά σε ένα τόσο συγκρουσιακό ταξικό θέμα ήταν απούσα. Η κύρια έκφρασή της, που ήτανε κατά παράδοση το ΚΚΕ, στην προσπάθειά του να διατηρηθεί αυθεντικό και να μην αναιρεθεί με αυτοαναθεωρήσεις, όπως συνέβει στα άλλα ευρωπαϊκά αριστερά κόμματα, δεν απόκλεισε μόνο τη δυνατότητα αύξησης της επιρροής του, αλλά, εξαιτίας της ίδιας πίεσης, της προσπάθειάς του να παραμείνει αυθεντικό αριστερό κόμμα, δηλαδή κομμουνιστικό, όπως το ίδιο θέλει να δηλώνει, απόκλεισε και τη δυνατότητα σύμπραξης με άλλες αριστερές πολιτικές δυνάμεις και σύνολα, δρώντας έτσι, θα μπορούσα να το πω, διασπαστικά. Όμως και ο τρόπος εκφοράς της πολιτικής του ιδεολογίας ήταν κατά κανόνα όχι ελκυστικός, πράγμα που καθιστούσε έτσι εξαντλημένα τα περιθώρια αύξησης της επιρροής του.
Ο Συνασπισμός, το άλλο αριστερό κομματικό μόρφωμα, που μετονομάστηκε μετά ΣΥΡΙΖΑ, στην πρώτη του εκδοχή ο αριστερός του προσδιορισμός ήτανε περισσότερο φραστικός παρά ουσιαστικός και αποφατικός πάντα σε σχέση με το ΚΚΕ. Ό, τι ήτανε το ΚΚΕ δεν ήτανε εκείνο, οπότε θα μπορούσε να είναι και μη αριστερό. Στη δεύτερη εκδοχή, αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, που δίνουνε τα χέρια για σύμπραξη ιστορικά στελέχη της Αριστεράς, δεν έχουμε καμιά ενοποίηση κοινωνικών δυνάμεων ούτε προσώπων, αλλά απλή συγκόλληση των τελευταίων με τις συνιστώσες τους μαζί. Δεν αποτέλεσαν δηλαδή ενιαία κομματική οντότητα και αδυνατούσαν να έχουν τη δυναμική δράσης και επίδρασης ενός κόμματος. Γι` αυτό σ` εκείνους τους καιρούς μιλούσα για ηγετάκια ή ηγετίσκους της Αριστεράς (22.06.2012 ανάρτηση) και πως η ελληνική κοινωνία δε θα περιμένει το ΣΥΡΙΖΑ να βρει τον κομματικό του βηματισμό. Και δεν τον περίμενε. Πλειοψηφική δύναμη ανέδειξε τα μνημονιακά κόμματα, ενώ έδωσε γενναιόδωρα ψήφους στις άλλες δύο αντιμνημονιακές πολιτικές εκφράσεις του εθνικισμού, ας ήταν η πρώτη τυχάρπαστο αποκύημα της περίστασης και σταθερό προϊόν νοητικής σχιζοφρένειας η δεύτερη. Βέβαια και ο ΣΥΡΙΖΑ επωφελήθηκε από την αντιμνημονιακότητά του ανεβάζοντας τα εκλογικά του ποσοστά από το 4% στο 27%. Όμως αυτά τα πρωτόγνωρα θα λέγαμε για την Αριστερά ποσοστά δε συνιστούν πλειοψηφία, για να μπορούν να παίξουν ενοποιητικό και εξεγερτικό ρόλο. Αποτελούν μόνο το ¼  σχεδόν της όλης δύναμης του εκλογικού σώματος. Αλλά κυρίως μια τέτοια άνοδος των ποσοστών δεν προήλθε από πίστη στην ιδεολογία αυτού του κόμματος, αλλά από την ισχυρή ανάγκη της περίστασης και αυτό δε μαρτυρεί ούτε ενότητα στην εκλογική βάση ούτε οιωνό για την έλευσή της. Δηλώνει απλώς μια αναγκαστική προσωρινή πολιτική σύνδεση, γι` αυτό και  τα ποσοστά σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις τουλάχιστον παραμένουν σταθερά στο ίδιο επίπεδο και αρκετά μειωμένα πάντα σε σχέση με τα εκλογικά παρά την παρατεταμένη επιδείνωση της κατάστασης.
Αλλά και η ελληνική κοινωνία εδώ και δεκαετίες έχει αποστρέψει το πρόσωπό της από την Αριστερά. Είτε επειδή κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός είτε επειδή εκπρόσωποι της αριστερής ιδεολογίας, πρόσωπα ακόμα και μορφώματα, ενσωματώθηκαν μαζικά σχεδόν στη δεξιά είτε επειδή το σύστημα της Δεξιάς το καπιταλιστικό πρόσφερε σε πλατύτερα κοινωνικά στρώματα κάποια ευημερία και θα ήταν τουλάχιστον «αχαριστία»  η απάρνησή του εκ μέρους τους, είτε γιατί η δική μας κοινωνία έχει νωπή ακόμα τη διάψευσή της από το Πασόκ, για όλους αυτούς τους λόγους επήλθε η αποϊδεολογικοποίησή της και «ατροφία» στη συλλογική της συνείδηση, οπότε έπαυσε να σκέφτεται και να δρα συλλογικά. Αυτό παρατηρήθηκε έντονα και στις νέες γενιές μετά την πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης, που επίσης έπαυσαν να δείχνουν το παραμικρό ενδιαφέρον για θέματα ανθρωπιστικά, για τα οποία πάντα οι νέοι και οι δικοί μας και των άλλων χωρών πρωτοστατούσαν. Αντίθετα συσπειρώθηκαν γύρω από ατομοκεντρικού τύπου ιδεολογίες και πολιτικά κόμματα, του Πασόκ και της ΝΔ, για να έχει πολιτική εύνοια και ο καριερισμός που τους είχε κυριευμένους. Σε όλο αυτό το διάστημα που υπό καπιταλιστικό καθεστώς απολάμβανε η ελληνική κοινωνία, όπως και κάθε άλλη καπιταλιστική, τους καρπούς  του ατομοκεντρισμού, το μοντέλο ζωής της τηλεόρασης πέρασε βαθιά μέσα της και διολίσθησε γλυκά προς την απάθεια, με την οποία από τα νηπιακά μας χρόνια μας εξοικειώνει η διαφήμιση. Αν δεν είχαμε εθιστεί στην απάθεια, για την ύπαρξη της διαφήμισης και μόνο θα είχαμε ξεσηκωθεί από καιρό.  Γαλουχημένη όμως η ελληνική κοινωνία με τα αντισυλλογικά ιδεώδη  του καπιταλισμού, της ανάδειξης, της υπεροχής και της επικράτησης,  αποστράφηκε την ισότητα, κατ` επέκταση και την αριστερή ιδεολογία που την έχει θεμέλιο. 
Υπ` αυτές τις συνθήκες δεν είναι σε θέση παρά την πίεση των πραγμάτων να ανακτήσει εύκολα τη συλλογικότητά της. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος δοκιμασίας της ακόμη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πληρεί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, για να την εμπνεύσει και να τη διασώσει. Όταν το Πασόκ σε ανάλογη ιστορική ανάγκη έπαιξε το ρόλο εμπνευστή της ελληνικής κοινωνίας, πληρούσε όλες σχεδόν τις προϋποθέσεις, υποκειμενικές και αντικειμενικές, και πρόσφερε πάμπολλες εγγυήσεις. Επειδή μάλιστα είχε τη δυνατότητα, αφού είχε τις προϋποθέσεις και παρείχε εγγυήσεις, να φέρει σε πέρας το έργο του, η μη εκπλήρωσή του θα μπορούσε να αποδοθεί σε προσχεδιασμένη αλλαγή της πορείας του. Συνεπώς ο λόγος της γέννησής του δεν ήτανε άλλος από το να φέρει το αποτέλεσμα που έφερε, να κάνει την ελληνική κοινωνία μια αμιγή δεξιά και εκμαυλισμένη κοινωνία και να της κόψει το δρόμο προς την Αριστερά που όδευε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν δεν έχει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, για να υποδυθεί και να φέρει σε πέρας τον ενοποιητικό ρόλο. Όχι μόνο αργά θυμήθηκε να αποφασίσει ότι πρέπει να γίνει κόμμα αλλά και το εγχείρημά του να το κάνει δεν τελεσφόρησε. Η «ελευθεριότητα» ή «αναρχοαυτονομία» που οικειώνονταν τα στελέχη του, στην προσπάθειά τους να διαχωρίζουν τον εαυτό τους από το ΚΚΕ, διατηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό και στη νέα ανασυνταγμένη του μορφή, όχι μόνο με την κατοχύρωση των τάσεων, αλλά και με το καταστατικό δικαίωμα πια να δημοσιοποιεί το μέλος ή το στέλεχος τις δικές του απόψεις τις διαφορετικές από το κόμμα, αρκεί όμως να λέει και τις απόψεις του κόμματος. Δεν εξετάζω εδώ το μέγα ηθικό θέμα που αναφύεται, πώς, ενώ διαφωνεί, παραμένει στο κόμμα – από συναλλαγή θα εικάζει ο καθένας - αλλά την πολυγλωσσία και τις αλληλοαναιρέσεις που θα προκύπτουν κατά την εκφορά της πολιτικής του και που δε θα επιτρέπουν την αναγνωσιμότητά της.
Υπ` αυτές τις συνθήκες, υποκειμενικές και αντικειμενικές, πώς να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να πείσει και να εμπνεύσει την ελληνική κοινωνία, που είναι «διαμελισμένη» και που εξαιτίας του «διαμελισμού» της βρίσκεται σε κώμα;
Ούτε ο ταξικός παράγοντας επομένως μπόρεσε να παίξει τον απαιτούμενο ενοποιητικό ρόλο, γιατί το εργατικό κίνημα ή οι εργαζόμενοι ή ο λαός ή όπως θέλετε ονομάστε το, την ώρα που δεχόταν το σκληρότερο ταξικό χτύπημα ίσως του αιώνα,  έμεινε πολιτικά και ιδεολογικά ορφανό. Οπότε και η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να χειμάζεται στη δυστυχία της επί πολύ ακόμα. Γιατί μόνο η Αριστερά θα μπορούσε να της δώσει και ελπίδα και όραμα και έμπνευση. Αλλά μια τέτοια Αριστερά, όπως και στην Ευρώπη, έτσι κι εδώ στη χώρα μας, δεν υπάρχει ως αυτή τη στιγμή τουλάχιστον. Ας ελπίσουμε στην κυοφόρησή της. Ο βηματισμός της Ιστορίας είναι φορές πολύ αργός, όχι από δική της υπαιτιότητα, και μας κάνει συχνά να χάνουμε κάθε ελπίδα.

                 ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΠΑΝΤΩΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ 

*Πώς να δικαιολογήσω πάλι τον εαυτό μου για τη μεγάλη καθυστέρηση στην ανάρτηση νέου κειμένου. Ότι προετοίμαζα δύο νέα προγράμματα των Λέξω προς αιθέρα, της Παιδείας και του Επετειακού Τραγουδιού, που παρουσιάσαμε στο Βαφοπούλειο 25.10.13 και 17.11.13 ; Ναι ισχύει αυτό, αλλά υπήρχαν πολλές και μεγάλες ρωγμές στο χρόνο ενδιάμεσα που θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ. Μου λείπει όμως η μεθοδικότητα και ο αυστηρός προγραμματισμός του χρόνου. Συγγνώμη.

**Ας μου επιτραπεί γι` αυτό το θέμα να παραθέσω στίχους τραγουδιού μου, που ανήκει οργανικά στον κύκλο «Της κρίσης αντηχήσεις» ή «Καιρού κραυγές» κατά παλιότερο τίτλο:    
Το θέμα δεν είναι εθνικό, μα ταξικό και μόνο
Κι όποιος το βλέπει εθνικό πάει σε δικό τους δρόμο
Συνοδοιπόρος γίνεται και συνεργός των λίγων
Την τύχη εμείς να έχουμε εκείνη των κολλήγων
Το έθνος μπαίνει απλά μοχλός υποταγή να φέρει
Σε μέσους και μικροαστούς, στων πληθυσμών τ` ασκέρι
Το θέμα δεν είναι εθνικό, μα ταξικό και μόνο

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Συνέχεια της τριλογίας



Γ. Η στάση της ελληνικής κοινωνίας

Αν και πληγμένη (μαζί με την Κύπρο) περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης, θανάσιμα, το πιστεύω, η αντίδρασή της ήταν μηδενικής σημασίας, υποτονικότατη και «άσφαιρη». Περισσότερο υποστηριχτική, όχι θεληματικά, των δημιουργών της κρίσης παρά κλυδωνιστική. Λες και έχει χαμένα αυτή η κοινωνία τα φυσικά ανακλαστικά της αυτοσυντήρησης. Κι έτσι το πλήγμα παρατείνεται και επιτείνεται συγχρόνως χωρίς αντίστοιχη επίταση της αντίδρασης. Και ο φαύλος κύκλος βαθαίνει τη δυστυχία της.
Πώς εξηγείται η απουσία της ανάλογης αντίδρασης; Όχι βέβαια με την ένταση του σοκ. Το υπαινίχθηκα και στο προηγούμενο κείμενο.
Η κρίση βρίσκει την ελληνική κοινωνία σε βαθιά ιδεολογική και πολιτική κρίση, φαινομενικά μη ορατή, που κυοφορήθηκε στις τελευταίες τρεις δεκαετίες τουλάχιστον, κατά το διάστημα που, παγιδευμένη στο απατηλό όραμα της αλλαγής και εγκλωβισμένη στην ψευδολογία του, της ήρθε η διάψευση, η κούραση και η αποστασιοποίησή της από την υγιή πολιτική δράση. Η μόνη σχέση της με την πολιτική που της έμεινε ήτανε η παθολογική στη διπλή της έννοια, η ενεργητική, της συναλλαγής με την πολιτική(εξουσία εννοώ) που τη διατήρησε «μέχρις εσχάτων», και η παθητική, της απόρριψης των κομμάτων και της απάθειας απέναντί της. Η ευημερία εξάλλου που την άγγιζε τη βοηθούσε να περιπέσει στην αναισθησία της ευμάρειας. Αλλά, επειδή και οι δημοκρατικές της πεποιθήσεις δεν έχουνε κανένα ιδιαίτερο βάθος, δεν έχει συνείδηση ότι η απόρριψη των κομμάτων σημαίνει και απόρριψη της δημοκρατίας, αφού, θέλουμε δε θέλουμε, συστατικά της υπόστασής της είναι τα κόμματα πάντα, εκτός αν μελλοντικά βρεθεί άλλος τρόπος σύστασής της. Δε θα εξετάσω αυτή τη στιγμή αν διέθεσε ποτέ χρόνο ή και φαιά ουσία για τη σωστή λειτουργία τους κι εννοώ πάντα τη δημοκρατική, ούτε πόσο αποκλειστική είναι η ευθύνη της για τα χάλια τους. Η δημοκρατία δεν υπηρετείται ποτέ ούτε με τηλεχειριστήριο ούτε με την απόρριψη των κομμάτων, όσο αξιόφτυστα κι αν είναι, αλλά με την υπηρέτησή τους, για να παύσουν να είναι αξιόφτυστα.
Δεν έχει επίσης συνείδηση, για τον ίδιο λόγο, επειδή οι δημοκρατικές της πεποιθήσεις δεν έχουνε κανένα βάθος, ότι η αποχή, που τη συνιστούσε ως και ο «αριστερός» Λαζόπουλος,  εκτρέπει την κάθε εξουσία σε μεγαλύτερη παραφροσύνη και διαφθορά. Η αποχή των πολιτών από την πολιτική δε σημαίνει και αποχή της εξουσίας από το έργο της άσκησής της και συνεπώς σταμάτημα του ρόλου της να ρυθμίζει τις τύχες τους. Αντίθετα σημαίνει άφημα ελεύθερης της «φυσικής» της ροπής προς την παραφροσύνη και τη διαφθορά. Αποφθεγματικά λοιπόν: Όποιος δεν ασχολείται με την πολιτική, τρώει τα χαστούκια της και κακώς παραπονιέται τώρα που τα τρώει.  
Αυτό λοιπόν έκανε η ελληνική κοινωνία: Απέναντι σ` ένα τόσο ισχυρό πολιτικό χτύπημα ενήργησε απολίτικα. Δεν αναζήτησε μέσω των κομμάτων, των υπαρκτών ή μέσω της δημιουργίας καινούριων, κάτι που δεν είναι απλό, να λύσει το πρόβλημά της. Τα απέρριψε όλα αναφανδόν. Η καθολική απόρριψη τη βοηθούσε να δικαιολογήσει και την παραμονή της σ` αυτά τα κόμματα που ήταν υπεύθυνα για τη δημιουργία του προβλήματος και που ψηφίζοντάς τα παίξανε ηγεμονικό ρόλο κατά τις δεκαετίες που κυοφορήθηκε η κρίση. Η δε προπαγάνδα του συστήματος έπιασε πολύ τόπο σ` αυτό το θέμα: Όλα τα κόμματα φταίνε, λέγανε, είτε κυβέρνησαν είτε όχι,  και είναι το ίδιο υπεύθυνα για την κατάσταση που δημιουργήθηκε. Κι ενώ δε χρειαζότανε πολλή σκέψη, για να καταλάβει κανείς πως δεν έχει καμιά λογική ισχύ ο ίσος καταμερισμός ευθυνών σε αυτουργούς και σε αμέτοχους, που ήτανε και αντίθετοι στις θεσπίσεις των αυτουργών, όμως πέρασε. Γιατί φαίνεται πως και αυτή η λίγη σκέψη από την ελληνική κοινωνία λείπει. Έτσι προέβει σε αντιδράσεις ασυλλόγιστες, σπασμωδικές, αλλοπρόσαλλες και αυθορμησιακές, σε μικροανυπακοές ατομικές του «δεν πληρώνω» ή και σε ομαδικές, πιστεύοντας ότι δρώντας έξω από κόμματα και πολιτικές στοχεύσεις θα έδινε λύση στο πολιτικό της πρόβλημα.
Βεβαίως σ` αυτές τις συμπαραστατικές μικροσυσπειρώσεις ή αλληλεγγύης, όπως λέγονται, τελείται κάποιο ανθρωπιστικό έργο, όμως πολύ μικρής έκτασης σε σχέση με το απέραντο ανθρωπιστικό κενό που δημιούργησε η κρίση. Από τη φύση τους τέτοιες δραστηριότητες έχουν σημειακό και σποραδικό χαρακτήρα και δεν απέχουν πολύ από ανάλογες δραστηριότητες φιλανθρωπίας της Βαρδινογιάννη, ας έχουν εδώ λαϊκή βάση. Θα `λεγα επίσης ότι κάπως «αναβάλλουν» και την αναζήτηση πολιτικής λύσης στο πρόβλημα.
Ακόμη πιο τραγελαφική ήταν η περίπτωση των αγανακτισμένων πολιτών. Επειδή οι ομώνυμοι Ισπανοί πολίτες ειρωνεύθηκαν έξυπνα την αδράνειά μας, «Μη φωνάζετε πολύ, ψιθύρισαν μεταξύ τους, γιατί θα ξυπνήσετε τους Έλληνες», θίγηκε το φιλότιμο των τελευταίων και γέμισαν και αυτοί τις πλατείες για καιρό και χωρίς κανένα συγκεκριμένο πολιτικό σκοπό, ακυρώνοντας, επιβραδύνοντας έστω, τη δημιουργία οργανωμένης και ανάλογα ισχυρής αντίδρασης. Όσοι συμμετείχαν – και ήτανε πάρα πολλοί - δε λαμβάνανε υπόψη τους, γιατί δεν είχανε υπόψη τους ότι τα πολιτικά προβλήματα αντιμετωπίζονται πολιτικά και μόνο και ότι η πολιτική τους αντιμετώπιση απαιτεί ενότητα και η ενότητα ιδεολογική ομοιογένεια. Όντας όμως αυτοί από χίλιες καρυδιές καρύδια, πώς θα δρούσανε πολιτικά; Το δε κενό της σκέψης τους το καλύψανε με το ιδεώδες της άμεσης δημοκρατίας κι έγινε αδιόρατο. Για τον ίδιο σκοπό, της κάλυψης του κενού, ή και για παροχή βαυκαλισμών πλάστηκε την ίδια χρονική στιγμή κι ένας άλλος μύθος, εκείνος του Οδυσσέα, που σκότωσε πρώτα τον Αντίνοο(αντίθετο με τη λογική άνθρωπο), μετά τον Ευρύμαχο(…). Όντας εμείς τώρα σαν απόγονοί του Οδυσσείς και οι ίδιοι, ξέρουμε πώς θα δράσουμε, ώστε να μη μείνει κανένας υπεύθυνος της κρίσης ή ταξικός ή πολιτικος αντίπαλος ανεξολόθρευτος. Σ` ένα απολίτικο σύνολο παίρνονται σοβαρά τέτοιοι βαυκαλισμοί, αρκεί ο πλάστης τους που τους ξεστομίζει να μη μιλάει πολιτικά και διαπράττει το μεγαλύτερο έγκλημα του ανθρώπου.        
Βλέποντας λοιπόν η κοινωνία μας τα πράγματα απολίτικα, άρα άσκεφτα, δεν ξέρει ούτε γιατί υποφέρει ούτε τι πρέπει να πράξει, για να μην υποφέρει. Ξέρει μόνο ότι υποφέρει. Και ζει σήμερα το μεγαλύτερο δράμα της Ιστορίας της. Μεγαλύτερο όχι επειδή τα θύματά της είναι περισσότερα από κάθε άλλη φορά, αλλά επειδή το δράμα αυτό το ζει ο καθένας μόνος του, ατομικά, και γίνεται ατέλειωτο. Οι χιλιάδες αυτοκτονίες, που είναι πρωτοφανές φαινόμενο σε όλη της την Ιστορία, εδώ έχουν την εξήγησή τους. στην ανυπαρξία διατομικών σχέσεων και συνεπώς στην ανυπαρξία εξόδου, καθώς η δεύτερη είναι απότοκο της πρώτης. Με την πράξη τους επομένως αυτή δηλώνουν οι αυτόχειρες ότι δεν έχουν καμιά σύνδεση με το συνάνθρωπο, από την οποία να προκύπτει και κάποια κοινή ελπίδα, και ότι το κοινωνικό σύνολο κατ` επέκταση στο οποίο ανήκουν δεν είναι άξιο να του προσφερθεί ως κάποια μορφή θυσίας η απώλεια της ζωής τους. Και «πετάνε» τη ζωή τους έτσι, πηγαίνοντας χαράμι. Με απώλειες τόσων ζωών όμως η κοινωνία μας θα μπορούσε να κάνει θαύματα, ν` αποτινάξει ζυγούς, ν` αποκρούσει επιδρομείς, ν` αναγεννηθεί. Παρόλα αυτά οι αυτόχειρες της κρίσης δίνουν τη ζωή τους γι` αυτό και μόνο, για να μας δηλώσουν πως δεν είμαστε άξιοι της θυσίας τους και τη χαραμίζουν. Κι είναι αυτό, ας μου επιτραπεί η μακάβρια κυριολεξία, η μούντζα που στέλνουν από τον τάφο τους προς όλους εμάς που αποτελούμε την κοινωνία τους, προς την αποκτηνωμένη μας ανθρώπινη εκδοχή. Σε πρώτη ματιά η ιδιότυπη θυσία τους φαίνεται σαν απολίτικη πράξη, που επισφραγίζει μια προηγούμενη απολίτικη ζωή. Όμως είναι βαθιά πολιτική πράξη και δικαιωμένη γι` αυτό και μόνο που θέλει να σημάνει, την παντελή αναξιότητά μας, η οποία επιβεβαιώνεται και από μας τους ίδιους, καθώς συνεχίζουμε να ζούμε όπως και πριν, το ίδιο αναισθητοποιημένα.        

Σημείωση 1η: Επειδή το χτύπημα που δέχθηκε η κοινωνία μας είναι εκτός από πολιτικό και ταξικό, αν θέλουμε να εξηγήσουμε καλύτερα τη στάσης της, πρέπει να εξεταστεί η σχέση της με την αριστερή ιδεολογία, αλλά και η κατάσταση των αριστερών μορφωμάτων της στην ώρα της κρίσης. Τα δύο αυτά θέματα θα μας απασχολήσουν την επόμενη φορά κι έτσι η τριλογία γίνεται εκ των πραγμάτων τετραλογία.

Σημείωση 2η: Κανονικά μετά την πορεία των εκπαιδευτικών στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρξα αυτόπτης μάρτυρας, θα πρέπει να μιλάει κανείς για μια πρώτη ελπιδοφόρα ανάταση της ελληνικής κοινωνίας και όχι για λήθαργό της, Ας ευχηθούμε να είναι έτσι και τα λέμε αυτά μετά την τετραλογία μας.  

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Συνέχεια της τριλογίας



Β. Η στάση των λαών της Ευρωζώνης

Δεν είναι κατ` αρχήν ενιαία, γιατί δεν ήταν ίδιο το πλήγμα που δέχθηκε η κάθε ευρωπαϊκή χώρα από την κρίση. Ήταν κατά χώρες ταξικά διαρθρωμένη η κοινωνία της Ευρώπης. Μπορεί κάποιες να είχαν και οφέλη, όπως η Γερμανία. Δεν μπορεί επομένως να περιμένει κανείς από τη Γερμανία, Κυβέρνηση και λαό, αντίδραση παρά μόνο προώθηση της πολιτικής των πρώτων αδίστακτων. Ο οικονομικός ηγεμονισμός της Γερμανίας στην Ευρώπη, που φάνηκε να είναι και διοικητικός μετά την κρίση, επιτεύχθηκε χάρη στην πλήρη της ευθυγράμμιση και στην ταύτιση των δικών της συμφερόντων με τα δικά τους. Μ` ένα λόγο η Γερμανία είχε και εξακολουθεί να έχει μέγιστα οφέλη, επειδή έπαιξε επάξια το ρόλο που της ανατέθηκε. Γιατί επιλέχθηκε πάλι η Γερμανία να παίξει αναθεμένο ρόλο είναι ένα πρώτο ερώτημα, που αυτή τη στιγμή τουλάχιστον δε θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε.  
Όσες άλλες χώρες της Ευρωζώνης η κρίση απλώς τις άγγιξε, παρέμειναν συρόμενες στο γερμανικό άρμα, για να διασώσουν στο μεγαλύτερο βαθμό τα δικά τους ωφελήματα. Οπότε κι από δώ αντίδραση δεν μπορούσε να περιμένει κανείς.
Οι χώρες του Νότου που πλήγηκαν, κάποιες ως και θανάσιμα όπως η Κύπρος και η δική μας, εκδηλώσανε αντιδράσεις όχι όμως συντονισμένες, δυναμικές, ανάλογες και επάλληλες. Θα `λεγε κανείς πως χλιαρότατη ήταν η αντίδρασή τους απέναντι σ` ένα τόσο ισχυρό παραλυτικό ταξικό χτύπημα. Και όμως οι αντιδράσεις τους τελείως αναιμικές, δυσανάλογες. Εννοούμε πάντα τη σθεναρή και ανατρεπτική καταστάσεων αντίδραση.
Γιατί; Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα, που ζητάει απάντηση.
Αν το χτύπημα ήταν σοκαριστικό ή όχι δεν έχει καμιά σημασία. Σημασία έχει ότι, ακριβώς επειδή ήταν σοκαριστικό, έπρεπε να υπάρξει το ίδιο ισχυρό, σοκαριστικό αντιχτύπημα. Και αυτό δεν υπήρξε.
Το χτύπημα, ξέρουμε, ήταν ταξικό, διεθνικά ταξικό στο πλαίσιο της ευρωζώνης εννοώ, όπως παντού και πάντα στην ιστορική πορεία του ανθρώπου. Άρα και η αντίδραση έπρεπε να έχει ταξικό, πανευρωπαϊκά ταξικό χαρακτήρα. Αυτό όμως προϋπέθετε την ύπαρξη ισχυρά εδραιωμένης αριστερής ιδεολογίας σε κομματικούς σχηματισμούς και στις συνειδήσεις των πολιτών της Ευρώπης. Η Αριστερά όμως εδώ και δυο δεκαετίες τουλάχιστον έχει πεθάνει στην κοιτίδα που τη γέννησε, στην Ευρώπη. Γιατί; Ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα που ζητάει την απάντησή του.
Η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού ήταν σημαντικότατος παράγοντας, αλλά και η προγενέστερη δικαιολογημένη αμφισβήτησή του στο δυτικό ευρωπαϊκό χώρο, που άνοιγε το δρόμο προς ιστορικούς συμβιβασμούς και στο μετασχηματισμό της αριστερής ιδεολογίας σε σοσιαλδημοκρατία, που με τη σειρά της μεταμορφώθηκε σε κυνικό νεοφιλελευθερισμό.  Αλλά και μεμονωμένοι εκπρόσωποί της μεταπήδησαν στην ιδεολογία της εξουσίας, για να αποκομίσουνε δικά τους οφέλη. Γιατί να είναι οι ηλίθιοι της υπόθεσης ή τα απροσάρμοστα παιδιά μιας κοινωνίας που όδευε ολοταχώς προς την ευημερία; Εκλείψανε έτσι και τα αριστερά πολιτικά μορφώματα και οι εκπρόσωποί της. Σε μια ευημερούσα κοινωνία εξάλλου, που οφείλει την ευημερία της στη δυστύχηση των άλλων λαών, οι αριστερές αξίες δεν έχουνε θέση. Γενικά ξεσηκωμό δεν μπορεί να περιμένει κανείς από αδικούντες, αλλά από αδικημένους.  
Αλλά και ο έλεγχος της μαζικά διακινούμενης ιδεολογίας από τα ΜΜΕ και προπάντων από την τηλεόραση, που έχει υποκαταστήσει τη σωματική βία των δικτατοριών με την πνευματική βία, με το δικό της ολοκληρωτισμό, ήτανε επίσης ένας άλλος σημαντικότατος παράγοντας.
Και το γεγονός ότι κατά την πορεία της προς την ένωση οι ιθύνοντες της Ευρώπης δε θεσπίσανε δημοκρατικούς θεσμούς που να προστατεύουν τη δημοκρατία και τη βούληση των πολιτών, αλλά και να διασφαλίζουν τη συμμετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων, ώστε ν` αποτελεί πεποίθηση σε κάθε ευρωπαίο πολίτη πως είναι και αυτός ρυθμιστής της κοινής μοίρας, είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια της συλλογικής του συνείδησης, που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται κατά την πορεία προς την ευρωπαϊκή «ενοποίηση», η οποία αποδείχθηκε τελικά ψευδής. Καθώς δε τα κέντρα λήψης αποφάσεων έχουν γίνει τελείως απρόσιτα, γιατί δεν είναι πια εθνικά αλλά υπερεθνικά και ανέγγιχτα, έχασε κάθε πίστη στη δυνατότητά του να επηρεάζει τις καταστάσεις και σαν η δυστυχία του χτυπήσει την πόρτα στρέφεται ως και σε λύσεις αυτοχειρίας, αν δεν προσφύγει σε φασιστικούς εθνοκεντρισμούς.  
Ως και η κουλτούρα της Ευρώπης δεν έμεινε γενικά ανεπηρέαστη από τις ατομοκεντρικές αντιλήψεις που επικράτησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό φαίνεται καθαρά στην απώλεια του κοινωιοκεντρικού ή ανθρωποκεντρικού της χαρακτήρα και στον υπερτονισμό της ατομοκεντρικής διάστασης της ανθρώπινης ύπαρξης.
Και τι μέλλει γενέσθαι, θα μου πείτε; Τίποτα. Όταν οι λαοί δεν αντιδρούν, ενώ σφαγιάζονται, οι σφαγιαστές θα συνεχίζουν το έργο τους.

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

ΑΠ` ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΕΡΤ

ΤΡΙΛΟΓΙΑ


Α. Η φάλαγγα των αδίστακτων

Για να γίνεις αδίστακτος, πρέπει να είσαι παράφρονας και, για να γίνεις παράφρονας,  απαιτούνται δύο εναλλακτικές προϋποθέσεις*: Ή να έχεις την πάθηση οργανική και συνεπώς να μην μπορείς να σκεφθείς ή να έχεις τη δυνατότητα να επιβάλλεις αυτό που έχεις μέσα σου κι ας είναι παραφρονικό, την παραφροσύνη δηλαδή των επιδιώξεών σου. Η θέλησή σου τώρα να κάνεις χρήση της παραφροσύνης σου, είτε προέρχεται από λειψίνοια είτε από δυνατότητα επιβολής, και να την επιβάλεις, προϋποθέτει κάτι άλλο, την αποκτήνωση. Δεν αρκεί μόνη της η παραφροσύνη. Πρέπει να έχεις ξεριζώσει από μέσα σου καθετί το ανθρώπινο, ώστε μπροστά στο μέγεθος του εγκλήματος που πας να διαπράξεις να μη διστάζεις και εμφανίζεις αναστολές. Άρα λοιπόν, για να γίνεις αδίστακτος, χρειάζεσαι οπωσδήποτε παραφροσύνη, αλλά προγενέστερα χρειάζεσαι την αποκτήνωση. Μιλάμε μόνο για τους εσωτερικούς παράγοντες. Οι εξωτερικοί, που θα μπορούσαν να αποθαρρύνουν κατ` αρχήν την εκτροφή της αλλά και να παρεμποδίσουν την εκδήλωσή της, κοινωνία, θεσμοί ή κράτος, είναι στην περίπτωση που συζητάμε ανύπαρκτα. 

Δεν πιστεύουμε φυσικά ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν είχε στοιχειώδη νοημοσύνη και προκάλεσε τη διεθνή οικονομική κρίση, επειδή δεν «το `κοβε». Γιατί, κι αν αυτή δεν αποβεί εις βάρος του στο τέλος, η διατάραξη και μόνο της αποκόμισης άφθονου κέρδους που είχε αυτό πριν, δεν είναι ασήμαντη επιβλαβής συνέπεια, που δε διαβλεπόταν. Οι άλλοι επομένως παράγοντες το οδήγησαν εκεί. Ότι ήταν σε παραφροσύνη, όχι από οργανικά αίτια, είπαμε, και ότι είχε αποκτηνωθεί. Εξάλλου από κάτι απρόσωπο, που είναι το κεφάλαιο πάντα, και από κάτι που υπάρχει μόνο και μόνο για να είναι σαν μηχανή προσηλωμένο στην αποκόμιση κέρδους, δεν περιμένεις να μην είναι αποκτηνωμένο. Αυτό λοιπόν το μη ανθρώπινο πράγμα, έχοντας και τη δυνατότητα επιβολής της παραφροσύνης, αφού δεν υπήρχε άλλη βούληση υπέρτερή του, για να το εμποδίσει,  πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει, όπως λειτούργησε,  αδίστακτα.

Οι πολιτικοί της ΕΕ;

Οι πολιτικοί της ΕΕ είναι προπάντων σήμερα τα υποκινούμενά του. Εκχώρησαν με το αζημίωτο στους επενδυτές όλες τις ρυθμιστικές αρμοδιότητες, που τους ανέθετε ο νόμος και η ψήφος των λαών. Γιατί τάχα ανάπτυξη χωρίς κεφάλαιο δεν υπάρχει. Κι ενώ το μοντέλο αυτό έχει αποτύχει στο δικό μας γεωγραφικό χώρο τουλάχιστον, εννοώ της Ευρώπης, επιμένουνε να εκλιπαρούν τους επενδυτές και τους δίνουνε τα πάντα για την προσέλκυσή τους. Δε θα εξετάσω αυτή τη στιγμή ποιος παράγει, το χρήμα ή ο άνθρωπος, λες και η μηχανή φτιάχνει η ίδια τον εαυτό της και λειτουργεί πάλι χωρίς το χειρισμό της ή τον προγραμματισμό της από τον άνθρωπο. Ούτε την ηθική της βαρβαρότητας που αναδύεται από αυτό το καθεστώς και ηγεμονεύει τη ζωή μας. Αλλά και υπ` αυτές τις συνθήκες της αναγόρευσης του χρήματος σε μοναδικό παραγωγικό παράγοντα, η χρεοκοπία επιτεύχθηκε. Δεν υπάρχουν επενδύσεις κι ούτε φυσικά πρόκειται να υπάρξουνε. Γι` αυτό δεν υπάρχει παραγωγή και ανάπτυξη στο γεωγραφικό χώρο που συζητάμε. Γιατί; Τοις πάσι γνωστό. Γιατί στην Ινδία λόγου χάρη έχει περισσότερα κέρδη αλλά και αγορά εξασφαλισμένη το κεφάλαιο που επενδύεται εκεί, ενώ αύριο και μεθαύριο «Ινδίες» θα υπάρχουν αλλού, όπου τύχει κι ας κόψουν το λαιμό τους οι πληθυσμοί. Γενικά πάντως δε θέλουμε να παραδεχθούμε ότι η Ευρώπη της ευημερίας με αυτό το μοντέλο παραγωγής έχει πεθάνει. Και μπροστά στην απόγνωση της ανυπαρξίας ανάπτυξης και προκειμένου να έχουν τον εαυτό τους εξασφαλισμένο τα υποκινούμενα των πρώτων αδίστακτων γίνανε και αυτά από τα ίδια αίτια αδίστακτα. Δέστε τι μέτρα παίρνονται τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη, τα εντελώς αντίθετα από αυτά που διακηρύσσονταν.
Επικρίνουμε τη Μέρκελ, και καλά κάνουμε, που συναλλάσσεται με το κεφάλαιο και εκχωρήθηκε σ` αυτό. Η Μέρκελ όμως υπηρετεί κάτι συλλογικό, την εθνική γερμανική οντότητα, και όχι, όπως κάνουν οι άλλοι ευρωπαίοι πολιτικοί,  το προσωπικό τους συμφέρον, αφήνοντας τους λαούς τους να φθίνουν, οι αδίστακτοι. Εδώ όμως θα μου πείτε λείπει η αποκτήνωση. Μα είπαμε, για να φτάσεις να γίνεις αδίστακτος, περνάς πρώτα από την αποκτήνωση. «Το τουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους, το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους»… 

Οι δικοί μας;

Οι δικοί μας πολιτικοί είναι οι πρώτοι που βίωσαν το πρόβλημα και οι πρώτοι που έσπευσαν να διασωθούν αδίστακτα εξαγοραζόμενοι. Γιατί εδώ πολύ πιο πριν και πολύ πιο στρεβλά από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα εφαρμόστηκε αυτό το αποτυχημένο μοντέλο παραγωγής. Γι` αυτό και η πολιτική διαφθορά πρωτοεμφανίστηκε εδώ τόσο εκτεταμένα. Γι` αυτό και υπήρξαν πρώτοι αδίστακτοι και σε όλα οι δικοί μας πολιτικοί: Στην ανακολουθία, στις ιδεολογικές μεταστροφές, στις παλινωδίες, στον εμπαιγμό, στον εκμαυλισμό, στη διαφθοροποίηση, στην παραμονή τους στη θέση του διαφθορέα αλλά και του ξεδιαφθορέα, ενώ αναγκάζονται και οι ίδιοι να ομολογούν την αυτοδιαφθορά τους. Τους φτύνουμε και αυτοί το παίρνουν για δρόσισμα. Μα κι αυτοί φτύνονται μεταξύ τους και το παίρνουνε και αυτό για δρόσισμα. Έφτυσε ο Σαμαράς τους δύο κυβερνητικούς του εταίρους, κλείνοντας την ΕΡΤ, και αυτοί, τους είδατε, τον «ευχαρίστησαν» που τους δρόσισε.  Τους πετάμε γιαούρτια, γιατί τους αξίζει, κι αυτοί το ανάγουνε σε κατάληψή μας από τρομοκρατικές διαθέσεις. Και συνεχίζουν αδίστακτοι το διαφθορικό τους έργο. Αδίστακτοι είναι και στη χρήση της αδιαντροπιάς. Τους λες ότι έτσι που ενεργούν, αδίστακτα, θα τους λιντσάρει ο κόσμος και την αλάνθαστη διαπιστωτική μας κρίση την καταγγέλλουν οι αδίστακτοι ως προτροπή για λιντσάρισμα. Τον καμπούρη όμως, λέει μια ρωσική παροιμία, μόνο ο τάφος τον ισιάζει. Κι άμα το πω κι αυτό, κατηγορούμαι ότι υποκινώ θανάτους. Και θα με κατηγορήσει πρώτος ποιος; Εκείνος που εγκατέλειψε το ΚΚΕ, για να βρίσκεται τώρα στη Δεξιά ο αδίστακτος. Οι έμμεσοι ή αποφατικοί εκτροφείς της Χρυσής Αυγής, που είναι πρώτο το Πασόκ και δεύτερη η Αριστερά, αφού με τις πράξεις του το πρώτο, με τα ελλείμματά της η δεύτερη, τη γιγαντώσανε, τώρα την καταπολεμάνε φραστικά, με κορώνες, αδίστακτα και αυτοί. Βγάζω έξω τη Δεξιά από τους έμμεσους εκτροφείς της, γιατί είναι άμεσος, φυσιολογικός και θετικός της εκτροφέας. Είναι οι ίδιες οι ιδεολογικές της ρίζες, στις οποίες προχθές η Δεξιά μας Κυβέρνηση, κλείνοντας τη Δημόσια Τηλεόραση, επέστρεψε αδίστακτη. 
Μόνο που η συγκεκριμένη κυβερνητική "αδιστακτικότητα" προέκυψε εδώ πρωτογενώς από λειψίνοια. Η δυνατότητα επιβολής έλειπε. 

Για τους λαούς και τη στάση τους στο 2ο και 3ο μέρος της τριλογίας μας

*Συγγνώμη για τις αλλαγές που κάνω μερικές φορές στο κείμενο των αναρτήσεων. Είναι για βελτίωση, που μού `ρχεται εκ των υστέρων
 

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη



50 χρόνια από τη διάπραξή της*

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη με βρήκε σε Οικοτροφείο του Καντιώτη στην Κοζάνη. Ήταν η πρώτη χρονιά της διαμονής μου και ήμουνα τότε τετάρτη Γυμνασίου(Δεν είχε γίνει ο διαχωρισμός Γυμνασίου Λυκείου). Λόγω των καιρών,  του θρησκευτικού χαρακτήρα του Οικοτροφείου αλλά και της αυστηρότητάς του, αν υπήρχε κάποιο ενδιαφέρον για τα πολιτικά πράγματα, έπρεπε να διατηρείται πνιγμένο. Λοξά και βιαστικά μόνο μπορούσες να ρίχνεις ματιά στις εφημερίδες που κρεμότανε στα περίπτερα.
Το αλφαβητάρι όμως της πολιτικής «Φτωχοί – πλούσιοι» ήταν καταχωνιασμένο μέσα μου από τη γέννησή μου και όσο μπορούσα, από μακριά και κλεφτά πάντα, παρακολουθούσα όσα συνέβαιναν στην πόλη εκείνο τον καιρό. Να παραβρεθώ σε πολιτική συγκέντρωση  αδιανόητο. Η όλη παρακολούθηση περιοριζότανε στα ακούσματα των ιαχών που εκπέμπανε οι προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Γιατί η δολοφονία του Γ. Λαμπράκη το πρώτο που έφερε ήταν η προκήρυξη εκλογών και καθ` όλη τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα φαινόταν ότι η κοινωνία μας βρισκόταν εξαιτίας του πολιτικού βάρους αυτής της δολοφονίας σε αναβρασμό και πως είχε δώσει κατεύθυνση στον αναβρασμό της, την πολιτική αλλαγή.
Οι πικρές εμπειρίες από τις εξορίες, η αστυνομική παρακολούθηση, η συνέχιση των πολιτικών διώξεων αλλά και η στάθμη ζωής που βρισκόταν στο σημείο της εξαθλίωσης συνιστούσαν ένα κλίμα πολιτικής ασφυξίας. Η Αριστερά παρά τις διώξεις σε βάρος της διατηρεί μεγάλο μέρος των δυνάμεών της και υπό τις συνθήκες των διώξεων, με ισχυρή πάντα την ώθηση από τη δολοφονία, γεννιέται ένα δυνατό λαϊκό κίνημα που σ` εκείνη τη χρονική στιγμή βρίσκει ευρύτερη πολιτική έκφραση στο κόμμα της Ένωσης Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο αρχηγός της θα κηρύξει ανένδοτο αγώνα, που την πραγμάτωσή του θα αναλάβει με αποφασιστικότητα ο λαός, περνώντας έτσι στο προσκήνιο της Ιστορίας, και θα καθορίσει τις εξελίξεις. Θα φέρει την πολιτική Άνοιξη στη χώρα μας, που για την ανατροπή της η κυρίαρχη τάξη, θα υποχρεωθεί δύο φορές να προβεί σε συνταγματικές εκτροπές (Ιουλιανά, Χούντα). Αλλά και πάλι ο λαός θα κρατηθεί όρθιος, θα προβάλει αντίσταση, θα φέρει ανατροπή μαζί και τη μεταπολίτευση.
Ταυτόχρονα όμως με την πολιτική άνοιξη, που καίριο ορόσημό της έχει τη δολοφονία  Λαμπράκη, αλλά και σε άρρηκτη σύνδεση μαζί της γεννιέται και μια άλλη άνοιξη, η πολιτιστική, που ξεκινά με αποκλειστικό ορόσημο αυτή τη δολοφονία. Ομώνυμη νεολαία, η νεολαία Λαμπράκη, με ηγέτη το Θεοδωράκη, από την πρώτη κιόλας στιγμή, χάρη και στην επική μεγαλοσύνη του συνθέτη, μετεξελίσσεται σε πρωτοφανές πολιτιστικό κίνημα, που θα αποτελέσει υπομόχλιο της πολιτικής μας ζωής και ανάτασης. Το Θεοδωράκη θα ακολουθήσουν και άλλοι νέοι συνθέτες, όλοι σχεδόν, και Ξαρχάκος και Λεοντής και Λοίζος και Μούτσης και Μαρκόπουλος, ενώ ο μέγας Χατζηδάκις όντας δίπλα στον Γκάτσο, που εισπνέει και αποπνέει δυνατά τον αέρα της πολιτικής και πολιτιστικής άνοιξης, συμμετέχει και αυτός στην πολιτιστική αναγέννηση της χώρας μας με το πλούσιο και μεγαλειώδες έργο του. Το «Καληνύχτα Κεμάλ» είναι όχι μόνο κορυφαίο κοινό τους δημιούργημα αλλά και χαρακτηριστικό της ιδεολογικής τους σύμπλευσης. Τέτοιο πάντως πολιτιστικό σφρίγος, που ζει η χώρα μας σ` εκείνη τη δεκαετία, δεν ξανάζησε ποτέ παρά μόνο στους αρχαίους χρόνους.

Και σήμερα, 50 χρόνια μετά τη δολοφονία του αγωνιστή της ειρήνης;

Χωρίς τέλος πολιτικό και κοινωνικό τέλμα. Αλλά και πολιτιστικό.
Θα το κυοφορήσει η πολυπόθητη και πολλά υποσχόμενη μεταπολίτευση εκφυλίζοντας αργά μα σταθερά μία μία τις πολιτικές και ιδεολογικές αξίες της κοινωνίας μας και θα συντελεστεί η ιδεολογική και πολιτική της μεταστροφή. Η αρχή θα γίνει από τον πολιτικό φορέα, που, δίνοντας την υπόσχεση για κοινωνική αλλαγή, θα πείσει τις μάζες και θα τις εγκλωβίσει επί μακρόν στους κόλπους του και, αφού τις βαυκαλίσει με ελεύσεις ευημερίας, θα τις μεταφέρει στο αντίθετο και γι` αυτόν ιδεολογικό στρατόπεδο, του καπιταλιστικού νεοφιλελευθερισμού, όπου μόνες υπαρκτές αξίες είναι οι οικονομικές.  Την ίδια πορεία της ιδεολογικής μεταστροφής θα κάνει και ένας απίθανα μεγάλος αριθμός στελεχών της Αριστεράς.  Έτσι διάψευση,  ισχυρή πολιτική ώθηση και προσδοκίες αγγίγματος της ευημερίας ή και το ίδιο το άγγιγμα εισαγόμενης θα επιφέρουν τον εκμαυλισμό και την ιδεολογική αλλοτρίωση της ελληνικής κοινωνίας.  Τρεμάμενη η ψυχή της θα ξεχάσει γλυκά τον εαυτό της, κατά πώς έλεγε ο Σολωμός. Ο ένας μετά τον άλλο θα αυτοκτονούν γύρω μας οι συνάνθρωποί μας - στις 4.000 λένε ανήλθε ο αριθμός -  και αυτή η κοινωνία θα συνεχίζει να πορεύεται σαν να μην τους βλέπει. Αν ένας κατά φαντασία εχθρός μας, τούρκος ή σκοπιανός, σκότωνε τρεις συνανθρώπους μας, θα είχαμε κηρύξει πόλεμο μέχρις εσχάτων εναντίον του.
Αλλά ξεσηκωμό, θα το πω εδώ, Ελένη μου,  κάνει ο αδικημένος, όχι ο αλλοτριωμένος. Και, ενώ, άνθρωπος για να γίνεις, θέλει δεκαετίες και χιλιετίες, να ξεγίνεις φτάνει μια στιγμή. Λίγο άγγιγμα ευημερίας ζήσαμε κι αμέσως χάσαμε τον εαυτό μας. Είδατε να τραγουδάει πια ο Έλληνας; Πουθενά. Ρώτησαν το Μούτση γιατί δε γράφεις άλλο τραγούδια και η απάντησή του: Ακούστε την: Μ` αφού δεν τραγουδάνε πια οι Έλληνες.
Και να σκεφθείτε ότι η δική μου γενιά έχει ρουφήξει την περισσότερη κουλτούρα από όλες τις γενιές της Ιστορίας μας. Το αποτέλεσμα ποιο; Την «ξέρασε» ως προδοσία. «Επί τέλους και μια ενεργητική προδοσία στην αλυσίδα των παθητικών» έγραφα κάποτε στο «αντί» για τη γενιά του Πολυτεχνείου, που η περίπτωσή της επαληθεύει απλώς τη μαρξιστική θέση ότι «η βάση επικαθορίζει το εποικοδόμημα». Αυτά έγραφα πέρυσι το Μάη και στο Νότη Μαυρουδή, για να τον παρηγορήσω.
Πριν τη μεταπολίτευση τα πράγματα ήταν απλά, άσπρο μαύρο, κι έβλεπε κανείς εύκολα το μαύρο. Ήρθε η μεταπολίτευση και τα "έβαψε" όλα γκρίζα. Πώς να φαντάξει το μαύρο μέσα στο γκρίζο και να το διακρίνεις; Δανείζομαι κάποιους στίχους μου εκείνου του καιρού. «Το απόλυτο σκοτάδι το βλέπουν κι οι τυφλοί. Μ` αυτό που τώρα ζούμε μονάχα οι τρελοί». Στη διάρκεια λοιπόν της μεταπολίτευσης κάνουμε ζωή το «Πεθαίνοντας σαν χώρα» και δε θέλουμε ακόμα να το δούμε.
Για να τελειώνω. Ο Σαρτρ, σε μια επίσκεψή του στην Ελλάδα σ` εκείνους τους καιρούς, είχε πει: Συγχαίρω τη νεολαία Λαμπράκη που αγωνίζεται εναντίον του εξαμερικανισμού της Ελλάδας. Μήπως σήμερα ζούμε σε όλες του τις μορφές το απευκταίο του Σαρτρ;
Συγγνώμη που δεν είμαι διθυραμβικός. Δεν μπορώ. Εύχομαι απλώς να έχει και η Ιστορία, με κεφαλαίο το γιώτα, την αγρανάπαυσή της και αυτή να ζούμε τώρα.
Για την ανάτασή μας, η Ιστορία μας το λέει, προσφυγή στο υπομόχλιο της πολιτικής, στην πολιτιστική αντίσταση. Οι "Λέξω προς αιθέρα", που εκπροσωπώ, αυτό κάνουν. Χαίρομαι που και η Ελένη Καρασαββίδου, ποιήτρια, και ο αγαπητός μου φίλος και συνάδελφος Θανάσης Τσίρος με τους συνεργάτες του, συναδέλφους επίσης, κάνουνε το ίδιο. Έχω να ελπίζω.

*Στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Θεσσαλονίκης ψες στις 22.05.13 έγινε εκδήλωση για τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Εκτός των άλλων που παραβρέθηκαν και χαιρέτισαν ή μίλησαν ήταν και ο γιος του Γρηγόρης Λαμπράκης.  Η διοργάνωση ήταν του Βαφοπουλείου και του Δήμου Θεσσαλονίκης, ενώ ο σχεδιασμός και συντονισμός της Ελένης Καρασαββίδου, που πρόβλεπε και δική μου παρέμβαση. Είναι αυτή που προηγείται.  


   Δελτίο Τύπου


Εκδήλωση Τιμής και Μνήμης για τον Γρηγόρη Λαμπράκη

«Και μεις σπαθί τη θέληση μας κάνουμε/κι ολόγυμνο το σέρνουμε απ’ τη θήκη/Η Ειρήνη δε χαρίζεται- κερδίζεται./ Η ειρήνη είναι μια μάχη και μια Νίκη.» (Θ. Πιερίδης)
Πενήντα χρόνια από την δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη συμπληρώνονται την Τετάρτη 22/5. Στον «τόπο» των δραματικών γεγονότων, τη Θεσσαλονίκη, θυμόμαστε, «σκαλίζουμε» και τιμάμε:
Εκδήλωση Τιμής και Μνήμης για τον Γρ. Λαμπράκη:
Μιλούν οι Αλέκος Περτσινίδης, υπεύθυνος του Ιδρύματος Ράσελ στην Θεσσαλονίκη και Σπύρος Κουζινόπουλος, ερευνητής.
Μας τιμά και χαιρετίζει ο Γρηγόρης Λαμπράκης, (υιός).
Στη Μουσική επένδυση με τραγούδια της εποχής, οι «Ωδη-πόροι της Σαλονίκης»*.
Συντονίζει, παρεμβαίνει η Ελ. Καρασαββίδου.
Συνοδεύεται από έκθεση εφημερίδων και κειμηλίων της εποχής.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Η ποίηση της Ελένης Καρασαββίδου



ΒΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ

Την Κυριακή 12.05.13 στις οχτώ το βράδυ στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Θεσσαλονίκης έγινε η παρουσίαση της ποιητικής συλλογής της Ελένης Καρασαββίδου «Από τον Άβελ στον Ίκαρο». Γεμάτος ο κάτω χώρος του Αμφιθεάτρου και ειδικοί της τέχνης του λόγου μίλησαν και ανάλυσαν το έργο της εμπεριστατωμένα και εγκωμιαστικά.
Σε μας, τους «Λέξω προς αιθέρα», ανατέθηκε η μουσική επένδυση της εκδήλωσης και είπαμε τραγούδια σχετισμένα με το περιεχόμενο της ποίησής της. Κάποια ήταν δικής της προτίμησης.

Επειδή η ποίηση της κας Καρασαββίδου παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, κάτι που προσωπικά δεν το γνώριζα και έμεινα έκπληκτος, όταν διάβασα ποιήματά της που μου `στειλε, για να κάνω τη νοηματική αντιστοίχηση τραγουδιών, θ` αφιερώσω τούτη την ανάρτηση στην ποίησή της.

Η δική μου συμμετοχή ήταν βέβαια η επιλογή των τραγουδιών, αλλά και δυο μικρές παρεμβάσεις, μία για την ποίησή της και μία για τη στάση του Ομήρου απέναντι στην ωραία Ελένη με αφορμή τη ριζοσπαστική Ελένη «Για ένα γεμάτο πουκάμισο» της ποιήτριας. Κατά την ανάγνωση των ποιημάτων της, σε δύο, που ήταν γραμμένα σε παραδοσιακή μορφή, κοντοστάθηκα και αποπειράθηκα να βάλω μουσική. Στο ένα, «Η Πατρίδα», έκλεισε η μουσική ένα εικοσιτετράωρο πριν από την εκδήλωση και μπορέσαμε να το τραγουδήσουμε κατά τη διάρκειά της.

Σχετικά με την ποίηση της αγαπημένης μου πια Ελένης είπα αυτά τα λίγα:

Η ποίηση της κας Καρασαββίδου δεν είναι εξυπναδούλες, όπως …
Ούτε μπουκέτο λέξεων ανθολογημένων από το περιβόλι της γλώσσας…
Είναι βαθύς στοχασμός πάνω στα ανθρώπινα και ποιητική ενσάρκωση οδυνηρών ανθρώπινων καταστάσεων.
Τέτοιες δραματικές μαρτυρίες υπαρξιακών μας κενών δε συναντά κανείς εύκολα στην τέχνη της εποχής μας που τη χαρακτηρίζει απ` άκρη σ` άκρη η επιδερμικότητα
Και η πολιτική, που ο καθένας μας επιδίωξε την εκπόρνευσή της, για να επωφεληθεί προσωπικά, και που τώρα την αναθεματίζει;
Ναι η πολιτική για την Ελένη αποτελεί την πυξίδα της, για να μη χάνει τον πνευματικό της προσανατολισμό, και κάνει το παν για την καλή συντήρηση αυτής της πυξίδας, ώστε να λειτουργεί και να μας προσανατολίζει σωστά
Για την ίδια δε την Ελένη η ποίησή της είναι η έκκληση του Καβάφη: «Τα φάρμακά σου φέρε τέχνη της ποιήσεως που κάμνουνε για λίγο να μη νιώθεται η πληγή».
Είναι και δικό της προσωπικό καταφύγιο, η μόνιμη κατοικία της, η σταθερή της εστία, η Πατρίδα της, όπως την ονομάζει στο ομώνυμο ποίημά της.
Κατά την ανάγνωση αυτού του ποιήματος μου `ρθε και η μουσική που ακούτε τώρα αμέσως σε πρώτη εκτέλεση από τους «Λέξω προς αιθέρα».

Μετά την απαγγελία του ποιήματός της «Για ένα πουκάμισο γεμάτο» στη μικρή μου παρέμβαση ανέφερα τα υπογραμμισμένα. Τα υπόλοιπα δε μου επέτρεπε ο χρόνος να τα πω και τα λέω εδώ.


«…που την ονόμασαν κοινή στην Αρχαιότητα»

Ναι, κοινή την ονόμασαν στην Αρχαιότητα και το ξέπλυμα αυτής της ντροπής των Ελλήνων ανέλαβε φαίνεται ο Ευριπίδης να κάνει γράφοντας την τραγωδία του «Ελένη» και ανασκευάζοντας τον αρχικό μύθο. Άλλη εξήγηση για το γράψιμο αυτής της τραγωδίας, που εύστοχα την ονάμασαν ρομάντσο, εγώ δε βρίσκω. Και πρέπει να σημειωθεί νομίζω ότι είναι ο τραγικός μας ποιητής που έγραψε τις Τρωάδες. Τι ανακολουθία!
Δεν ήταν όμως καθόλου κοινή για τον ποιητή της Ιλιάδας, τον πρωτοπλάστη του μύθου της Ελένης.
Διαβάζοντας κανείς την Ιλιάδα είναι ν` απορεί πώς ο δημιουργός της δεν αντιμετωπίζει έτσι ως κοινή την Ελένη, που επέφερε τόσα δεινά σε Αχαιούς και Τρώες. Είναι γιατί πιστεύει στην αυτοβουλία του ανθρώπου και σέβεται βαθύτατα το δικαίωμά του να ενεργεί ελεύθερα και να επιλέγει ή επειδή βλέπει και όλους τους ανθρώπους ίσους, άρα και τον άντρα με τη γυναίκα;
Σε αντίθεση με τον ποιητή της Οδύσσειας, που θέλει τη γυναίκα απόλυτα συμμορφωμένη στους κανόνες της παράδοσης, ο ποιητής της Ιλιάδας δεν τη βλέπει απλώς ως αξιοσέβαστη ανθρώπινη ύπαρξη – παντού φαίνεται αυτό στην Ιλιάδα – αλλά και την έχει πρωταγωνιστή στο έργο του.
Ο Τρωικός πόλεμος, σύμφωνα με το μύθο, που στο πλαίσιό του κινείται πάντα ο ποιητής, έχει αιτία την Ελένη. Η δε πλοκή όλου του έργου, της Ιλιάδας, διακαθορίζεται από μια άλλη γυναίκα, την κόρη του Χρύση, που φέρνει τα πάνω κάτω στο στρατόπεδο των Αχαιών και προκαλεί όλες τις εξελίξεις.


Πώς βλέπει λοιπόν ο ποιητής της Ιλιάδας την Ελένη;

Θα περιοριστούμε σε δυο κρίσιμες παρουσιάσεις της, στην Τειχοσκοπία και στους θρήνους για το σκοτωμό του Έκτορα:
Όταν με πολύ συμπαθητικά λόγια την καλεί ο πεθερός της ο Πρίαμος να του ονοματίσει τους αχαιούς ηγέτες, εξαρχής την απαλλάσσει από τις ευθύνες μεταφέροντάς τες στους θεούς, γιατί πράγματι σύμφωνα με το μύθο εκεί βρίσκεται η ευθύνη. Εκείνοι χαρίσανε την Ελένη στον Πάρη.
Οι άλλοι οι Τρώες την ίδια χρονική στιγμή – και είμαστε στο δέκατο έτος των δεινών αυτού του πολέμου – να τι λένε: (Μετάφραση Μαυρόπουλου)
Δεν είναι να οργίζεσαι (ή σε άλλες μεταφράσεις Δεν είναι κρίμα) αν Αχαιοί και Τρώες τόσον καιρό πάσχουν πολλά για μια γυναίκα τέτοια.
Με τις αθάνατες θεές στην όψη τόσο μοιάζει.
Όμως μ` όλα τα κάλλη της ας φύγει με τα πλοία.
Για μας και για τα τέκνα μας μη γίνει συμφορά μας»

Δεν την αναθεματίζουν ούτε κατασκευάσανε κάποιον τρελό να την λιντσάρει
Την όποια ευθύνη της ο ποιητής βάζει η ίδια να την ομολογεί.
Στο δικό της θρήνο για τον Έκτορα. Τα ίδια: Ας έχει σκοτωθεί το πρωτοπαλίκαρο των Τρώων και η πτώση της Τροίας επέρχεται. Και εδώ η Ελένη κατηγορεί πρώτα τον εαυτό της και μετά αναγνωρίζει πόσο πολύ την εκτιμούσε ο νεκρός ο οποίος, όταν άλλοι την πειράζανε, τους μετέπειθε, μας λέει, παρεμβαίνοντας.
Κι όταν τελειώνει το θρήνο της ο ποιητής αναγνωρίζει: «Έτσι μιλούσε κλαίγοντας κι έκλαιγε ο κόσμος όλος». Καμιά υστερία, ούτε κάποια επιχείρηση αποδοκιμασίας της. Πλήρης και αμοιβαία η «συμπάθεια» με την αρχική της σημασία η λέξη.

Γιατί ο πόλεμος κατά τον ποιητή γινόταν για ένα γεμάτο με το δικαίωμα της αυτοβουλίας πουκάμισο
Και αυτό το αδιόρατο ή αντίστροφα βλεπόμενο έρχεται η Ελένη της δικής μας Ελένης να το κάνει ορατό σε όλους μας και κοινό μας αίτημα, αφού πραγματικότητα ακόμα δεν είναι


Παραθέτω δειγματοληπτικά και μερικά ποιήματά της

Αντί Προλόγου


Θα λυσσομανάει ο άνεμος ποιητή,
θα σου ’ρθει το κύμα μέχρι τα δάκτυλα,
θ’ αφήσεις το γαλάζιο να κυλήσει
πάνω στο χαρτί.
Τότε θα γράψεις.
Μα μέσα του ν’ ακούς τις ξέρες
Και τα βυθισμένα πλοία
Των ναυαγισμένων τα μάτια
να βλέπεις.
Και Γυμνός πάνω στον Βράχο
να προσπαθείς να σκαλίσεις
με τα νύχια το Φως.
Και θα σαι Μόνος ποιητή
στ’ αδιέξοδο συνειδητό ημι-Σκοτάδι
Και θα το σπας μονάχα για να
πυροβολείς τον ύπνο των ησυχασμένων.
Κι εκεί τα φύκια των πνιγμένων
θα σε φτάνουνε
Κι εκεί τα πρόσωπα τους
δεν θ’ αφήνουνε τον Ήλιο
Ν’ αφήσει την κανάτα με το αίμα του
στης θάλασσας τα πλάτια.
Τότε θα ξέρεις.
Η ομορφιά δεν είναι πρόκριμα
για να ξεχάσεις.
Δεν είναι δικαιολογία
για να καλυφθείς.
Τότε θα βγαίνεις απ το σκοτάδι σου
για λίγο,
Όχι το Εγώ κάτω απ τα φώτα,
Μα χίλια εμείς για να
Υπερασπιστείς,
Θα σε πληγώνει η μοναξιά της
και σε καταγγελία θα τρέπεται.
Και θα σαι Μόνος ποιητή.
Αν Ποιητής είσαι.
Τότε θα θυμηθείς.
Πως η γραφή δεν είναι χρυσό πάπλωμα
για να κρυφτείς
Μα έμβολο είναι
ενάντια στη τραγική μας μοίρα.
Κι αυτό σκαλίζει διαρκώς
στον «πυλό τον πρώτο»:
Πως για να βρεις τον εαυτό σου
Πρέπει να τον ξεπεράσεις.


Για Ένα Πουκάμισο Γεμάτο

“Θέλω να γυρίσω στο νησί μου που ’ναι
γεμάτο κορίτσια και να τους προσφέρω
ένα δίκτυ γεμάτο λέξεις απαγορευμένες μέχρι
τότε γι’ αυτές”
         J. Winterson “Η ποιητική του Έρωτα”

Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
που την ονομάσαν “κοινή”
στην Αρχαιότητα,
γιατί άφησε την κλίνη την βασιλική
για να βρει τον Εαυτό της.
Χαρίζοντας και σ’ αυτήν λέξεις που ’ταν
Μονάχα του Μενέλαου.
“Ταξίδι”, “Κατάκτηση”, “Ηδονή”, “Πείραμα”,
“Θάρρος”, “Σκέψη”, “Επιλογή”, ΖΩΗ.
Γράφοντας -Αυτή- την Οδύσσεια πριν καν
τον πηγαιμό του Οδυσσέα.
Δικαιωμένη όχι επειδή “δεν πήγε τελικά”,
ξεβγαλμένη στην ακτή της Αιγύπτου
κατά πως ήθελε ο ρομαντισμός των ανδρών,
Μα γιατί Πήγε.
Κατά πως το ’θελε ο ρομαντισμός Του Ανθρώπου.
Πουκάμισο γεμάτο,
Φορεμένο από μυριάδες σώματα,
-ονόματα και είδη διαφορετικών μύρια-
Που αλέστηκαν απ’ τα σαγόνια της Ιστορίας
  μα που στιγμή δε λερώθηκε,
     στιγμή δεν έπαψε ν’ ανεμίζει.
Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
Που την ονομάσαν “κοινή”
δίχως λόγο
Και Ωραία για τους λάθος Λόγους.

          Η Ελένη του Εαυτού της.
                     Όχι της κλίνης της βασιλικής
                                          Όχι της Τροίας,
                                                    Ούτε του Πάρη.
                                                           Κι ακριβώς γι’ αυτό
                                                                           η Ωραία Ελένη.

                 «Πεζοδρόμιο»

 »...έπεσε απελπισμένη από το μπαλκόνι του
διαμερίσματος που την κρατούσαν φυλακισμένη αδίστακτοι
μαστροποί...». (Από τις εφημερίδες)

Την έλεγαν Βίκυ, Σβετλάνα ή Ζωή
  είχε καβαλικέψει τα όνειρα της
Ίκαρος κι Αχέροντας να γίνει
Μα τ’ ακροφτέρουγα της δεν την
ερίξανε στη γη.
Ξυράφια γίνανε και την καρφώσανε
στον «Ήλιο».
  Βάσανο καθημερινό
               σε σπίτι ανήλιο.

Βαθιά σπηλιά η λευτεριά,
       βαθύ σκοτάδι ο «Ήλιος».
Ώσπου η Βίκυ,
        η Σβετλάνα
              ή η Ζωή
άρπαξε, σαν μαύρο νυφικό
            από φλέβες και ρακί,
     το χαρακωμένο από τ’
αζήτητα κορμιά
  κορμί της
   κι έλιωσε η ίδια τα  φτερά,
            χλεύασε η ίδια τον ήλιο.
Ήτανε τότε που «εκπεπτωκός από του παραδείσου»
          προσγειώθηκε
         -σε μια στιγμή-
σε μια «κοινωνία»  που δεν ήθελε να δει.
    σε «κουστούμια» που την κοιτούσαν με
δήθεν «έκπληξη» και «φρίκη» και «πυγμή».

Ήτανε η πρώτη φορά που η Βίκυ,
                 η Σβετλάνα
                                                ή η Ζωή
ξέπεφτε αληθινά στο «πεζοδρόμιο»
   στη δική της σύντομη κι ανήλιαγη ζωή.

Η Ερώτηση που Ήταν

Έλα σαν φίλος, έλα σαν εχθρός.
Σαν Ανάμνηση ή Εφιαλτική ανάσα.
«Έλα». Ό,τι κι αν είναι ο άλλος
     είναι βαρύτερη η μοναξιά.
                                               της είπε.
-Κι αν έρχεται σαν Μοναξιά;

ΙΙ. Έλξη- Άπωση

«Πάλι πονάω» της είπε.
«Και διώχνω ό,τι χρειάζομαι πιο πολύ»
«Η ευτυχία είναι
μια κλεμμένη στιγμή.», της απάντησε.
κι ο κλέφτης πάντα «πρέπει» να δώσει πίσω
τα κλοπιμαία.

          Η  Μετακόμιση

«Θα βγάλετε πρώτα τα πράγματα
τα πιο ελαφριά από δω μέσα,
Τα βαριά αφήστε τα για το τέλος», είπε.

Τα σπίτια ν αλαφρώνουνε σιγά-σιγά
Μη γίνουνε μπαλόνια που δεν πέρασαν
από τα μάτια ούτε ενός παιδιού
Και -για πάντα-  χαθούνε.

«Ναι…Τα πιο βαριά όσο το δυνατόν
πιο μετά.
Τις αναμνήσεις αφήστε τές για το Τέλος».

Δρόμος

Η Ιθάκη σε ξεγελά κάθε μέρα.
Η τέχνη να την ξεγελάς κι εσύ
Χωρίζει ευσύνοπτα
Την Ιερή του Δημιουργού Θλίψη
Απ’ του Παραδομένου την Μιζέρια.

Ορφάνια

Απέσυρε η Μάνα τα χέρια της
Κίνησε για το Μεγάλο Ταξίδι
Κι έμεινες στην πιο απόλυτη
Ξενιτιά.

Αυτοβιογραφία
Έχουν πολύ σιωπή οι Λέξεις μου
Και πολλές λέξεις η σιωπή μου

 Αριθμητική του Σύμπαντος

 1.Του έθνους
Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ Όνομα μου
Τότε ένα αρχαίο έθνος μυρίων ξαναγεννάς
2.Της πολιτικής  ιδεοληψίας
Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ Όνομά μου
Τότε μια νέα ράτσα εκατομμυρίων δημιουργείς

3.Της θρησκείας

Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ όνομά Του
Τότε την Σωτηρία δισεκατομμυρίων προστατεύεις
4. Του σύμπαντος
Εάν σκοτώσεις Έναν
Σκοτώνεις Δύο:
Και τ’ όνομά σου έχει ο δεύτερος.


Επί-λόγου
Τριαδικό

1.Άνθρωπος Χρόνος
Γιατί δεν τα παρατάς;
Ψιθύρισε ο Χρόνος στον Άνθρωπο.
Κι ο άνθρωπος ρίγησε
Ξέροντας –συν τω καιρώ-
Την απάντηση του:
Γιατί γίνομαι Χρόνος
Και μέσα απ αυτό Ξαναγίνομαι Άνθρωπος.

2.Άνθρωπος Πόνος
Γιατί δεν με Γνωρίζεις;
Ψιθύρισε ο Πόνος, ως όφις, στην Άνθρωπο,
Κατακρημνίζοντας τήν απ’ το εύθραυστο
Του χαμογέλιου της παράδεισο.
Κι η άνθρωπος σίγησε
Ξέροντας –πριν γεννηθεί-
Την Απάντησή της:
Γιατί με Γέννησες και σε Γεννώ
Και δε χρειάζομαι να φέρω το Σταυρό
Μια Ζωή τον κουβαλώ στην πλάτη.
 3.Ο Άνθρωπος Μόνος
Από τη μια ο Χρόνος
Κι από την άλλη ο Πόνος.
Κι ο άνθρωπος Σταυρός στα σπλάχνα τους,
Κι  Ανάμεσά Τους.

Επίγραμμα

Ήταν μια από εκείνες τις συνεχείς μπόρες της ζωής,
που την βρήκε ασκεπή στην έρημο και πάλι.
Κι έτρεξε εκ νέου να κρυφτεί
κάτω από πολυώροφες και στεγνές
                                                                Λέξεις