"Λέξω προς αιθέρα"

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη



50 χρόνια από τη διάπραξή της*

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη με βρήκε σε Οικοτροφείο του Καντιώτη στην Κοζάνη. Ήταν η πρώτη χρονιά της διαμονής μου και ήμουνα τότε τετάρτη Γυμνασίου(Δεν είχε γίνει ο διαχωρισμός Γυμνασίου Λυκείου). Λόγω των καιρών,  του θρησκευτικού χαρακτήρα του Οικοτροφείου αλλά και της αυστηρότητάς του, αν υπήρχε κάποιο ενδιαφέρον για τα πολιτικά πράγματα, έπρεπε να διατηρείται πνιγμένο. Λοξά και βιαστικά μόνο μπορούσες να ρίχνεις ματιά στις εφημερίδες που κρεμότανε στα περίπτερα.
Το αλφαβητάρι όμως της πολιτικής «Φτωχοί – πλούσιοι» ήταν καταχωνιασμένο μέσα μου από τη γέννησή μου και όσο μπορούσα, από μακριά και κλεφτά πάντα, παρακολουθούσα όσα συνέβαιναν στην πόλη εκείνο τον καιρό. Να παραβρεθώ σε πολιτική συγκέντρωση  αδιανόητο. Η όλη παρακολούθηση περιοριζότανε στα ακούσματα των ιαχών που εκπέμπανε οι προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Γιατί η δολοφονία του Γ. Λαμπράκη το πρώτο που έφερε ήταν η προκήρυξη εκλογών και καθ` όλη τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα φαινόταν ότι η κοινωνία μας βρισκόταν εξαιτίας του πολιτικού βάρους αυτής της δολοφονίας σε αναβρασμό και πως είχε δώσει κατεύθυνση στον αναβρασμό της, την πολιτική αλλαγή.
Οι πικρές εμπειρίες από τις εξορίες, η αστυνομική παρακολούθηση, η συνέχιση των πολιτικών διώξεων αλλά και η στάθμη ζωής που βρισκόταν στο σημείο της εξαθλίωσης συνιστούσαν ένα κλίμα πολιτικής ασφυξίας. Η Αριστερά παρά τις διώξεις σε βάρος της διατηρεί μεγάλο μέρος των δυνάμεών της και υπό τις συνθήκες των διώξεων, με ισχυρή πάντα την ώθηση από τη δολοφονία, γεννιέται ένα δυνατό λαϊκό κίνημα που σ` εκείνη τη χρονική στιγμή βρίσκει ευρύτερη πολιτική έκφραση στο κόμμα της Ένωσης Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο αρχηγός της θα κηρύξει ανένδοτο αγώνα, που την πραγμάτωσή του θα αναλάβει με αποφασιστικότητα ο λαός, περνώντας έτσι στο προσκήνιο της Ιστορίας, και θα καθορίσει τις εξελίξεις. Θα φέρει την πολιτική Άνοιξη στη χώρα μας, που για την ανατροπή της η κυρίαρχη τάξη, θα υποχρεωθεί δύο φορές να προβεί σε συνταγματικές εκτροπές (Ιουλιανά, Χούντα). Αλλά και πάλι ο λαός θα κρατηθεί όρθιος, θα προβάλει αντίσταση, θα φέρει ανατροπή μαζί και τη μεταπολίτευση.
Ταυτόχρονα όμως με την πολιτική άνοιξη, που καίριο ορόσημό της έχει τη δολοφονία  Λαμπράκη, αλλά και σε άρρηκτη σύνδεση μαζί της γεννιέται και μια άλλη άνοιξη, η πολιτιστική, που ξεκινά με αποκλειστικό ορόσημο αυτή τη δολοφονία. Ομώνυμη νεολαία, η νεολαία Λαμπράκη, με ηγέτη το Θεοδωράκη, από την πρώτη κιόλας στιγμή, χάρη και στην επική μεγαλοσύνη του συνθέτη, μετεξελίσσεται σε πρωτοφανές πολιτιστικό κίνημα, που θα αποτελέσει υπομόχλιο της πολιτικής μας ζωής και ανάτασης. Το Θεοδωράκη θα ακολουθήσουν και άλλοι νέοι συνθέτες, όλοι σχεδόν, και Ξαρχάκος και Λεοντής και Λοίζος και Μούτσης και Μαρκόπουλος, ενώ ο μέγας Χατζηδάκις όντας δίπλα στον Γκάτσο, που εισπνέει και αποπνέει δυνατά τον αέρα της πολιτικής και πολιτιστικής άνοιξης, συμμετέχει και αυτός στην πολιτιστική αναγέννηση της χώρας μας με το πλούσιο και μεγαλειώδες έργο του. Το «Καληνύχτα Κεμάλ» είναι όχι μόνο κορυφαίο κοινό τους δημιούργημα αλλά και χαρακτηριστικό της ιδεολογικής τους σύμπλευσης. Τέτοιο πάντως πολιτιστικό σφρίγος, που ζει η χώρα μας σ` εκείνη τη δεκαετία, δεν ξανάζησε ποτέ παρά μόνο στους αρχαίους χρόνους.

Και σήμερα, 50 χρόνια μετά τη δολοφονία του αγωνιστή της ειρήνης;

Χωρίς τέλος πολιτικό και κοινωνικό τέλμα. Αλλά και πολιτιστικό.
Θα το κυοφορήσει η πολυπόθητη και πολλά υποσχόμενη μεταπολίτευση εκφυλίζοντας αργά μα σταθερά μία μία τις πολιτικές και ιδεολογικές αξίες της κοινωνίας μας και θα συντελεστεί η ιδεολογική και πολιτική της μεταστροφή. Η αρχή θα γίνει από τον πολιτικό φορέα, που, δίνοντας την υπόσχεση για κοινωνική αλλαγή, θα πείσει τις μάζες και θα τις εγκλωβίσει επί μακρόν στους κόλπους του και, αφού τις βαυκαλίσει με ελεύσεις ευημερίας, θα τις μεταφέρει στο αντίθετο και γι` αυτόν ιδεολογικό στρατόπεδο, του καπιταλιστικού νεοφιλελευθερισμού, όπου μόνες υπαρκτές αξίες είναι οι οικονομικές.  Την ίδια πορεία της ιδεολογικής μεταστροφής θα κάνει και ένας απίθανα μεγάλος αριθμός στελεχών της Αριστεράς.  Έτσι διάψευση,  ισχυρή πολιτική ώθηση και προσδοκίες αγγίγματος της ευημερίας ή και το ίδιο το άγγιγμα εισαγόμενης θα επιφέρουν τον εκμαυλισμό και την ιδεολογική αλλοτρίωση της ελληνικής κοινωνίας.  Τρεμάμενη η ψυχή της θα ξεχάσει γλυκά τον εαυτό της, κατά πώς έλεγε ο Σολωμός. Ο ένας μετά τον άλλο θα αυτοκτονούν γύρω μας οι συνάνθρωποί μας - στις 4.000 λένε ανήλθε ο αριθμός -  και αυτή η κοινωνία θα συνεχίζει να πορεύεται σαν να μην τους βλέπει. Αν ένας κατά φαντασία εχθρός μας, τούρκος ή σκοπιανός, σκότωνε τρεις συνανθρώπους μας, θα είχαμε κηρύξει πόλεμο μέχρις εσχάτων εναντίον του.
Αλλά ξεσηκωμό, θα το πω εδώ, Ελένη μου,  κάνει ο αδικημένος, όχι ο αλλοτριωμένος. Και, ενώ, άνθρωπος για να γίνεις, θέλει δεκαετίες και χιλιετίες, να ξεγίνεις φτάνει μια στιγμή. Λίγο άγγιγμα ευημερίας ζήσαμε κι αμέσως χάσαμε τον εαυτό μας. Είδατε να τραγουδάει πια ο Έλληνας; Πουθενά. Ρώτησαν το Μούτση γιατί δε γράφεις άλλο τραγούδια και η απάντησή του: Ακούστε την: Μ` αφού δεν τραγουδάνε πια οι Έλληνες.
Και να σκεφθείτε ότι η δική μου γενιά έχει ρουφήξει την περισσότερη κουλτούρα από όλες τις γενιές της Ιστορίας μας. Το αποτέλεσμα ποιο; Την «ξέρασε» ως προδοσία. «Επί τέλους και μια ενεργητική προδοσία στην αλυσίδα των παθητικών» έγραφα κάποτε στο «αντί» για τη γενιά του Πολυτεχνείου, που η περίπτωσή της επαληθεύει απλώς τη μαρξιστική θέση ότι «η βάση επικαθορίζει το εποικοδόμημα». Αυτά έγραφα πέρυσι το Μάη και στο Νότη Μαυρουδή, για να τον παρηγορήσω.
Πριν τη μεταπολίτευση τα πράγματα ήταν απλά, άσπρο μαύρο, κι έβλεπε κανείς εύκολα το μαύρο. Ήρθε η μεταπολίτευση και τα "έβαψε" όλα γκρίζα. Πώς να φαντάξει το μαύρο μέσα στο γκρίζο και να το διακρίνεις; Δανείζομαι κάποιους στίχους μου εκείνου του καιρού. «Το απόλυτο σκοτάδι το βλέπουν κι οι τυφλοί. Μ` αυτό που τώρα ζούμε μονάχα οι τρελοί». Στη διάρκεια λοιπόν της μεταπολίτευσης κάνουμε ζωή το «Πεθαίνοντας σαν χώρα» και δε θέλουμε ακόμα να το δούμε.
Για να τελειώνω. Ο Σαρτρ, σε μια επίσκεψή του στην Ελλάδα σ` εκείνους τους καιρούς, είχε πει: Συγχαίρω τη νεολαία Λαμπράκη που αγωνίζεται εναντίον του εξαμερικανισμού της Ελλάδας. Μήπως σήμερα ζούμε σε όλες του τις μορφές το απευκταίο του Σαρτρ;
Συγγνώμη που δεν είμαι διθυραμβικός. Δεν μπορώ. Εύχομαι απλώς να έχει και η Ιστορία, με κεφαλαίο το γιώτα, την αγρανάπαυσή της και αυτή να ζούμε τώρα.
Για την ανάτασή μας, η Ιστορία μας το λέει, προσφυγή στο υπομόχλιο της πολιτικής, στην πολιτιστική αντίσταση. Οι "Λέξω προς αιθέρα", που εκπροσωπώ, αυτό κάνουν. Χαίρομαι που και η Ελένη Καρασαββίδου, ποιήτρια, και ο αγαπητός μου φίλος και συνάδελφος Θανάσης Τσίρος με τους συνεργάτες του, συναδέλφους επίσης, κάνουνε το ίδιο. Έχω να ελπίζω.

*Στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Θεσσαλονίκης ψες στις 22.05.13 έγινε εκδήλωση για τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Εκτός των άλλων που παραβρέθηκαν και χαιρέτισαν ή μίλησαν ήταν και ο γιος του Γρηγόρης Λαμπράκης.  Η διοργάνωση ήταν του Βαφοπουλείου και του Δήμου Θεσσαλονίκης, ενώ ο σχεδιασμός και συντονισμός της Ελένης Καρασαββίδου, που πρόβλεπε και δική μου παρέμβαση. Είναι αυτή που προηγείται.  


   Δελτίο Τύπου


Εκδήλωση Τιμής και Μνήμης για τον Γρηγόρη Λαμπράκη

«Και μεις σπαθί τη θέληση μας κάνουμε/κι ολόγυμνο το σέρνουμε απ’ τη θήκη/Η Ειρήνη δε χαρίζεται- κερδίζεται./ Η ειρήνη είναι μια μάχη και μια Νίκη.» (Θ. Πιερίδης)
Πενήντα χρόνια από την δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη συμπληρώνονται την Τετάρτη 22/5. Στον «τόπο» των δραματικών γεγονότων, τη Θεσσαλονίκη, θυμόμαστε, «σκαλίζουμε» και τιμάμε:
Εκδήλωση Τιμής και Μνήμης για τον Γρ. Λαμπράκη:
Μιλούν οι Αλέκος Περτσινίδης, υπεύθυνος του Ιδρύματος Ράσελ στην Θεσσαλονίκη και Σπύρος Κουζινόπουλος, ερευνητής.
Μας τιμά και χαιρετίζει ο Γρηγόρης Λαμπράκης, (υιός).
Στη Μουσική επένδυση με τραγούδια της εποχής, οι «Ωδη-πόροι της Σαλονίκης»*.
Συντονίζει, παρεμβαίνει η Ελ. Καρασαββίδου.
Συνοδεύεται από έκθεση εφημερίδων και κειμηλίων της εποχής.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Η ποίηση της Ελένης Καρασαββίδου



ΒΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ

Την Κυριακή 12.05.13 στις οχτώ το βράδυ στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Θεσσαλονίκης έγινε η παρουσίαση της ποιητικής συλλογής της Ελένης Καρασαββίδου «Από τον Άβελ στον Ίκαρο». Γεμάτος ο κάτω χώρος του Αμφιθεάτρου και ειδικοί της τέχνης του λόγου μίλησαν και ανάλυσαν το έργο της εμπεριστατωμένα και εγκωμιαστικά.
Σε μας, τους «Λέξω προς αιθέρα», ανατέθηκε η μουσική επένδυση της εκδήλωσης και είπαμε τραγούδια σχετισμένα με το περιεχόμενο της ποίησής της. Κάποια ήταν δικής της προτίμησης.

Επειδή η ποίηση της κας Καρασαββίδου παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, κάτι που προσωπικά δεν το γνώριζα και έμεινα έκπληκτος, όταν διάβασα ποιήματά της που μου `στειλε, για να κάνω τη νοηματική αντιστοίχηση τραγουδιών, θ` αφιερώσω τούτη την ανάρτηση στην ποίησή της.

Η δική μου συμμετοχή ήταν βέβαια η επιλογή των τραγουδιών, αλλά και δυο μικρές παρεμβάσεις, μία για την ποίησή της και μία για τη στάση του Ομήρου απέναντι στην ωραία Ελένη με αφορμή τη ριζοσπαστική Ελένη «Για ένα γεμάτο πουκάμισο» της ποιήτριας. Κατά την ανάγνωση των ποιημάτων της, σε δύο, που ήταν γραμμένα σε παραδοσιακή μορφή, κοντοστάθηκα και αποπειράθηκα να βάλω μουσική. Στο ένα, «Η Πατρίδα», έκλεισε η μουσική ένα εικοσιτετράωρο πριν από την εκδήλωση και μπορέσαμε να το τραγουδήσουμε κατά τη διάρκειά της.

Σχετικά με την ποίηση της αγαπημένης μου πια Ελένης είπα αυτά τα λίγα:

Η ποίηση της κας Καρασαββίδου δεν είναι εξυπναδούλες, όπως …
Ούτε μπουκέτο λέξεων ανθολογημένων από το περιβόλι της γλώσσας…
Είναι βαθύς στοχασμός πάνω στα ανθρώπινα και ποιητική ενσάρκωση οδυνηρών ανθρώπινων καταστάσεων.
Τέτοιες δραματικές μαρτυρίες υπαρξιακών μας κενών δε συναντά κανείς εύκολα στην τέχνη της εποχής μας που τη χαρακτηρίζει απ` άκρη σ` άκρη η επιδερμικότητα
Και η πολιτική, που ο καθένας μας επιδίωξε την εκπόρνευσή της, για να επωφεληθεί προσωπικά, και που τώρα την αναθεματίζει;
Ναι η πολιτική για την Ελένη αποτελεί την πυξίδα της, για να μη χάνει τον πνευματικό της προσανατολισμό, και κάνει το παν για την καλή συντήρηση αυτής της πυξίδας, ώστε να λειτουργεί και να μας προσανατολίζει σωστά
Για την ίδια δε την Ελένη η ποίησή της είναι η έκκληση του Καβάφη: «Τα φάρμακά σου φέρε τέχνη της ποιήσεως που κάμνουνε για λίγο να μη νιώθεται η πληγή».
Είναι και δικό της προσωπικό καταφύγιο, η μόνιμη κατοικία της, η σταθερή της εστία, η Πατρίδα της, όπως την ονομάζει στο ομώνυμο ποίημά της.
Κατά την ανάγνωση αυτού του ποιήματος μου `ρθε και η μουσική που ακούτε τώρα αμέσως σε πρώτη εκτέλεση από τους «Λέξω προς αιθέρα».

Μετά την απαγγελία του ποιήματός της «Για ένα πουκάμισο γεμάτο» στη μικρή μου παρέμβαση ανέφερα τα υπογραμμισμένα. Τα υπόλοιπα δε μου επέτρεπε ο χρόνος να τα πω και τα λέω εδώ.


«…που την ονόμασαν κοινή στην Αρχαιότητα»

Ναι, κοινή την ονόμασαν στην Αρχαιότητα και το ξέπλυμα αυτής της ντροπής των Ελλήνων ανέλαβε φαίνεται ο Ευριπίδης να κάνει γράφοντας την τραγωδία του «Ελένη» και ανασκευάζοντας τον αρχικό μύθο. Άλλη εξήγηση για το γράψιμο αυτής της τραγωδίας, που εύστοχα την ονάμασαν ρομάντσο, εγώ δε βρίσκω. Και πρέπει να σημειωθεί νομίζω ότι είναι ο τραγικός μας ποιητής που έγραψε τις Τρωάδες. Τι ανακολουθία!
Δεν ήταν όμως καθόλου κοινή για τον ποιητή της Ιλιάδας, τον πρωτοπλάστη του μύθου της Ελένης.
Διαβάζοντας κανείς την Ιλιάδα είναι ν` απορεί πώς ο δημιουργός της δεν αντιμετωπίζει έτσι ως κοινή την Ελένη, που επέφερε τόσα δεινά σε Αχαιούς και Τρώες. Είναι γιατί πιστεύει στην αυτοβουλία του ανθρώπου και σέβεται βαθύτατα το δικαίωμά του να ενεργεί ελεύθερα και να επιλέγει ή επειδή βλέπει και όλους τους ανθρώπους ίσους, άρα και τον άντρα με τη γυναίκα;
Σε αντίθεση με τον ποιητή της Οδύσσειας, που θέλει τη γυναίκα απόλυτα συμμορφωμένη στους κανόνες της παράδοσης, ο ποιητής της Ιλιάδας δεν τη βλέπει απλώς ως αξιοσέβαστη ανθρώπινη ύπαρξη – παντού φαίνεται αυτό στην Ιλιάδα – αλλά και την έχει πρωταγωνιστή στο έργο του.
Ο Τρωικός πόλεμος, σύμφωνα με το μύθο, που στο πλαίσιό του κινείται πάντα ο ποιητής, έχει αιτία την Ελένη. Η δε πλοκή όλου του έργου, της Ιλιάδας, διακαθορίζεται από μια άλλη γυναίκα, την κόρη του Χρύση, που φέρνει τα πάνω κάτω στο στρατόπεδο των Αχαιών και προκαλεί όλες τις εξελίξεις.


Πώς βλέπει λοιπόν ο ποιητής της Ιλιάδας την Ελένη;

Θα περιοριστούμε σε δυο κρίσιμες παρουσιάσεις της, στην Τειχοσκοπία και στους θρήνους για το σκοτωμό του Έκτορα:
Όταν με πολύ συμπαθητικά λόγια την καλεί ο πεθερός της ο Πρίαμος να του ονοματίσει τους αχαιούς ηγέτες, εξαρχής την απαλλάσσει από τις ευθύνες μεταφέροντάς τες στους θεούς, γιατί πράγματι σύμφωνα με το μύθο εκεί βρίσκεται η ευθύνη. Εκείνοι χαρίσανε την Ελένη στον Πάρη.
Οι άλλοι οι Τρώες την ίδια χρονική στιγμή – και είμαστε στο δέκατο έτος των δεινών αυτού του πολέμου – να τι λένε: (Μετάφραση Μαυρόπουλου)
Δεν είναι να οργίζεσαι (ή σε άλλες μεταφράσεις Δεν είναι κρίμα) αν Αχαιοί και Τρώες τόσον καιρό πάσχουν πολλά για μια γυναίκα τέτοια.
Με τις αθάνατες θεές στην όψη τόσο μοιάζει.
Όμως μ` όλα τα κάλλη της ας φύγει με τα πλοία.
Για μας και για τα τέκνα μας μη γίνει συμφορά μας»

Δεν την αναθεματίζουν ούτε κατασκευάσανε κάποιον τρελό να την λιντσάρει
Την όποια ευθύνη της ο ποιητής βάζει η ίδια να την ομολογεί.
Στο δικό της θρήνο για τον Έκτορα. Τα ίδια: Ας έχει σκοτωθεί το πρωτοπαλίκαρο των Τρώων και η πτώση της Τροίας επέρχεται. Και εδώ η Ελένη κατηγορεί πρώτα τον εαυτό της και μετά αναγνωρίζει πόσο πολύ την εκτιμούσε ο νεκρός ο οποίος, όταν άλλοι την πειράζανε, τους μετέπειθε, μας λέει, παρεμβαίνοντας.
Κι όταν τελειώνει το θρήνο της ο ποιητής αναγνωρίζει: «Έτσι μιλούσε κλαίγοντας κι έκλαιγε ο κόσμος όλος». Καμιά υστερία, ούτε κάποια επιχείρηση αποδοκιμασίας της. Πλήρης και αμοιβαία η «συμπάθεια» με την αρχική της σημασία η λέξη.

Γιατί ο πόλεμος κατά τον ποιητή γινόταν για ένα γεμάτο με το δικαίωμα της αυτοβουλίας πουκάμισο
Και αυτό το αδιόρατο ή αντίστροφα βλεπόμενο έρχεται η Ελένη της δικής μας Ελένης να το κάνει ορατό σε όλους μας και κοινό μας αίτημα, αφού πραγματικότητα ακόμα δεν είναι


Παραθέτω δειγματοληπτικά και μερικά ποιήματά της

Αντί Προλόγου


Θα λυσσομανάει ο άνεμος ποιητή,
θα σου ’ρθει το κύμα μέχρι τα δάκτυλα,
θ’ αφήσεις το γαλάζιο να κυλήσει
πάνω στο χαρτί.
Τότε θα γράψεις.
Μα μέσα του ν’ ακούς τις ξέρες
Και τα βυθισμένα πλοία
Των ναυαγισμένων τα μάτια
να βλέπεις.
Και Γυμνός πάνω στον Βράχο
να προσπαθείς να σκαλίσεις
με τα νύχια το Φως.
Και θα σαι Μόνος ποιητή
στ’ αδιέξοδο συνειδητό ημι-Σκοτάδι
Και θα το σπας μονάχα για να
πυροβολείς τον ύπνο των ησυχασμένων.
Κι εκεί τα φύκια των πνιγμένων
θα σε φτάνουνε
Κι εκεί τα πρόσωπα τους
δεν θ’ αφήνουνε τον Ήλιο
Ν’ αφήσει την κανάτα με το αίμα του
στης θάλασσας τα πλάτια.
Τότε θα ξέρεις.
Η ομορφιά δεν είναι πρόκριμα
για να ξεχάσεις.
Δεν είναι δικαιολογία
για να καλυφθείς.
Τότε θα βγαίνεις απ το σκοτάδι σου
για λίγο,
Όχι το Εγώ κάτω απ τα φώτα,
Μα χίλια εμείς για να
Υπερασπιστείς,
Θα σε πληγώνει η μοναξιά της
και σε καταγγελία θα τρέπεται.
Και θα σαι Μόνος ποιητή.
Αν Ποιητής είσαι.
Τότε θα θυμηθείς.
Πως η γραφή δεν είναι χρυσό πάπλωμα
για να κρυφτείς
Μα έμβολο είναι
ενάντια στη τραγική μας μοίρα.
Κι αυτό σκαλίζει διαρκώς
στον «πυλό τον πρώτο»:
Πως για να βρεις τον εαυτό σου
Πρέπει να τον ξεπεράσεις.


Για Ένα Πουκάμισο Γεμάτο

“Θέλω να γυρίσω στο νησί μου που ’ναι
γεμάτο κορίτσια και να τους προσφέρω
ένα δίκτυ γεμάτο λέξεις απαγορευμένες μέχρι
τότε γι’ αυτές”
         J. Winterson “Η ποιητική του Έρωτα”

Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
που την ονομάσαν “κοινή”
στην Αρχαιότητα,
γιατί άφησε την κλίνη την βασιλική
για να βρει τον Εαυτό της.
Χαρίζοντας και σ’ αυτήν λέξεις που ’ταν
Μονάχα του Μενέλαου.
“Ταξίδι”, “Κατάκτηση”, “Ηδονή”, “Πείραμα”,
“Θάρρος”, “Σκέψη”, “Επιλογή”, ΖΩΗ.
Γράφοντας -Αυτή- την Οδύσσεια πριν καν
τον πηγαιμό του Οδυσσέα.
Δικαιωμένη όχι επειδή “δεν πήγε τελικά”,
ξεβγαλμένη στην ακτή της Αιγύπτου
κατά πως ήθελε ο ρομαντισμός των ανδρών,
Μα γιατί Πήγε.
Κατά πως το ’θελε ο ρομαντισμός Του Ανθρώπου.
Πουκάμισο γεμάτο,
Φορεμένο από μυριάδες σώματα,
-ονόματα και είδη διαφορετικών μύρια-
Που αλέστηκαν απ’ τα σαγόνια της Ιστορίας
  μα που στιγμή δε λερώθηκε,
     στιγμή δεν έπαψε ν’ ανεμίζει.
Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
Που την ονομάσαν “κοινή”
δίχως λόγο
Και Ωραία για τους λάθος Λόγους.

          Η Ελένη του Εαυτού της.
                     Όχι της κλίνης της βασιλικής
                                          Όχι της Τροίας,
                                                    Ούτε του Πάρη.
                                                           Κι ακριβώς γι’ αυτό
                                                                           η Ωραία Ελένη.

                 «Πεζοδρόμιο»

 »...έπεσε απελπισμένη από το μπαλκόνι του
διαμερίσματος που την κρατούσαν φυλακισμένη αδίστακτοι
μαστροποί...». (Από τις εφημερίδες)

Την έλεγαν Βίκυ, Σβετλάνα ή Ζωή
  είχε καβαλικέψει τα όνειρα της
Ίκαρος κι Αχέροντας να γίνει
Μα τ’ ακροφτέρουγα της δεν την
ερίξανε στη γη.
Ξυράφια γίνανε και την καρφώσανε
στον «Ήλιο».
  Βάσανο καθημερινό
               σε σπίτι ανήλιο.

Βαθιά σπηλιά η λευτεριά,
       βαθύ σκοτάδι ο «Ήλιος».
Ώσπου η Βίκυ,
        η Σβετλάνα
              ή η Ζωή
άρπαξε, σαν μαύρο νυφικό
            από φλέβες και ρακί,
     το χαρακωμένο από τ’
αζήτητα κορμιά
  κορμί της
   κι έλιωσε η ίδια τα  φτερά,
            χλεύασε η ίδια τον ήλιο.
Ήτανε τότε που «εκπεπτωκός από του παραδείσου»
          προσγειώθηκε
         -σε μια στιγμή-
σε μια «κοινωνία»  που δεν ήθελε να δει.
    σε «κουστούμια» που την κοιτούσαν με
δήθεν «έκπληξη» και «φρίκη» και «πυγμή».

Ήτανε η πρώτη φορά που η Βίκυ,
                 η Σβετλάνα
                                                ή η Ζωή
ξέπεφτε αληθινά στο «πεζοδρόμιο»
   στη δική της σύντομη κι ανήλιαγη ζωή.

Η Ερώτηση που Ήταν

Έλα σαν φίλος, έλα σαν εχθρός.
Σαν Ανάμνηση ή Εφιαλτική ανάσα.
«Έλα». Ό,τι κι αν είναι ο άλλος
     είναι βαρύτερη η μοναξιά.
                                               της είπε.
-Κι αν έρχεται σαν Μοναξιά;

ΙΙ. Έλξη- Άπωση

«Πάλι πονάω» της είπε.
«Και διώχνω ό,τι χρειάζομαι πιο πολύ»
«Η ευτυχία είναι
μια κλεμμένη στιγμή.», της απάντησε.
κι ο κλέφτης πάντα «πρέπει» να δώσει πίσω
τα κλοπιμαία.

          Η  Μετακόμιση

«Θα βγάλετε πρώτα τα πράγματα
τα πιο ελαφριά από δω μέσα,
Τα βαριά αφήστε τα για το τέλος», είπε.

Τα σπίτια ν αλαφρώνουνε σιγά-σιγά
Μη γίνουνε μπαλόνια που δεν πέρασαν
από τα μάτια ούτε ενός παιδιού
Και -για πάντα-  χαθούνε.

«Ναι…Τα πιο βαριά όσο το δυνατόν
πιο μετά.
Τις αναμνήσεις αφήστε τές για το Τέλος».

Δρόμος

Η Ιθάκη σε ξεγελά κάθε μέρα.
Η τέχνη να την ξεγελάς κι εσύ
Χωρίζει ευσύνοπτα
Την Ιερή του Δημιουργού Θλίψη
Απ’ του Παραδομένου την Μιζέρια.

Ορφάνια

Απέσυρε η Μάνα τα χέρια της
Κίνησε για το Μεγάλο Ταξίδι
Κι έμεινες στην πιο απόλυτη
Ξενιτιά.

Αυτοβιογραφία
Έχουν πολύ σιωπή οι Λέξεις μου
Και πολλές λέξεις η σιωπή μου

 Αριθμητική του Σύμπαντος

 1.Του έθνους
Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ Όνομα μου
Τότε ένα αρχαίο έθνος μυρίων ξαναγεννάς
2.Της πολιτικής  ιδεοληψίας
Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ Όνομά μου
Τότε μια νέα ράτσα εκατομμυρίων δημιουργείς

3.Της θρησκείας

Εάν σκοτώσεις χίλιους
στ όνομά Του
Τότε την Σωτηρία δισεκατομμυρίων προστατεύεις
4. Του σύμπαντος
Εάν σκοτώσεις Έναν
Σκοτώνεις Δύο:
Και τ’ όνομά σου έχει ο δεύτερος.


Επί-λόγου
Τριαδικό

1.Άνθρωπος Χρόνος
Γιατί δεν τα παρατάς;
Ψιθύρισε ο Χρόνος στον Άνθρωπο.
Κι ο άνθρωπος ρίγησε
Ξέροντας –συν τω καιρώ-
Την απάντηση του:
Γιατί γίνομαι Χρόνος
Και μέσα απ αυτό Ξαναγίνομαι Άνθρωπος.

2.Άνθρωπος Πόνος
Γιατί δεν με Γνωρίζεις;
Ψιθύρισε ο Πόνος, ως όφις, στην Άνθρωπο,
Κατακρημνίζοντας τήν απ’ το εύθραυστο
Του χαμογέλιου της παράδεισο.
Κι η άνθρωπος σίγησε
Ξέροντας –πριν γεννηθεί-
Την Απάντησή της:
Γιατί με Γέννησες και σε Γεννώ
Και δε χρειάζομαι να φέρω το Σταυρό
Μια Ζωή τον κουβαλώ στην πλάτη.
 3.Ο Άνθρωπος Μόνος
Από τη μια ο Χρόνος
Κι από την άλλη ο Πόνος.
Κι ο άνθρωπος Σταυρός στα σπλάχνα τους,
Κι  Ανάμεσά Τους.

Επίγραμμα

Ήταν μια από εκείνες τις συνεχείς μπόρες της ζωής,
που την βρήκε ασκεπή στην έρημο και πάλι.
Κι έτρεξε εκ νέου να κρυφτεί
κάτω από πολυώροφες και στεγνές
                                                                Λέξεις