"Λέξω προς αιθέρα"

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2015

ΣΥΡΙΖΑ ΤΕΛΟΣ. Η ΕΣΠΕΥΣΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΑΝΑΙΡΕΣΗ ΕΦΕΡΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΩΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ



Αν θέλαμε να απαριθμήσουμε ιεραρχικά τα συστατικά ενός Κόμματος, πρώτο θα λέγαμε πως είναι η ιδεολογία του, δεύτερο τα μέλη του, τρίτο τα όργανά του, που συγκροτούν τα μέλη του, τέταρτο το Καταστατικό του που ορίζει όλα αυτά μαζί και τις διαδικασίες λειτουργίας τους. Το πρώτο, επειδή συνιστά την ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα ενός Κόμματος, είναι το κύριο συστατικό του. Ενσαρκωτές αλλά και εγγυητές αυτής της πολιτικής ιδεολογίας είναι τα οργανωμένα μέλη του, που συγκροτούνται σε ιεραρχημένα όργανα και αποτελούν το οργανωτικό σώμα του Κόμματος, την οργάνωσή του. Στην περίπτωση ενός αριστερού Κόμματος, όπως και του Σύριζα, η ΚΕ είναι το ανώτερο συλλογικό όργανο εξουσίας. Ο εκάστοτε Πρόεδρος εκπροσωπεί απλώς το Κόμμα. Δεν είναι όργανο, όπως δεν είναι όργανο αποφασιστικών αρμοδιοτήτων ούτε η Πολιτική Γραμματεία, που μαζί με τον Πρόεδρο εκπροσωπούν την ΚΕ και συντονίζουν το έργο της.
Μιλάμε πάντα όχι για προσωποπαγή αλλά για Κόμματα αρχών, που σε σύνολα εναποθέτουν την τύχη των ανθρώπων, στο σύνολο του Κόμματος τη δική τους τύχη και στο σύνολο της κοινωνίας τη δική της.  Άρα έχουμε εκμηδενισμένο το ενδεχόμενο ο μεσσιανισμός ν` αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων. Είναι έτσι διασφαλισμένη πάνω στη βάση της συλλογικότητας τόσο η πορεία του Κόμματος και της πολιτικής που εξαγγέλλει και στη συνέχεια εφαρμόζει όσο και της κοινωνίας της ίδιας, που με τη σύμπραξή της επιδιώκεται να διαμορφώνονται αλλά και να υλοποιούνται οι κομματικοί σχεδιασμοί. Η αποκλειστική εναπόθεση της εμπιστοσύνης στη συλλογικότητα δεν αίρει την πίστη στην προσωπική δυνατότητα ή ικανότητα ενός ηγέτη να διαπερνά στις λαϊκές μάζες την ιδεολογία του Κόμματος. Αμφισβητεί απλώς την ύπαρξη εγγυήσεων σε καθορισμούς αυτού του είδους, όπως είναι ο ηγετισμός και η προσωπολατρεία. Η πίστη στη δημοκρατία, αυτή η ιδεολογική εμμονή, που, όπως και άλλες πίστεις σε μεγάλες αξίες ονομάζονται έτσι, για να επιτελείται υποβάθμιση της σημασίας τους, δεν επιτρέπει την καλλιέργεια πίστεων σε μεσσίες.       
Αν λοιπόν αναιρεθεί συνολικά, όχι μερικά ή σημειακά, η ιδεολογία ενός Κόμματος, τότε αναιρείται το κόμμα συνολικά. Έχουμε αυτοαναίρεσή του. Αυτό συνέβει με τη μεταστροφή που έκανε ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνησή του υπογράφοντας το τρίτο και πιο επονείδιστο μνημόνιο. Η υπογραφή του μνημονίου ανατρέπει σύνολη την πολιτική του Σύριζα, που οικοδομήθηκε πάνω στη σθεναρή θέληση ακύρωσης των μνημονίων και των παρενεργειών τους. Ανατρέπει όμως και την αριστερότητά του, καθώς όχι μόνο με βάση τις δικές του αποφάνσεις αλλά και κάθε άλλης ταξικής αξιολόγησης η υπογραφή μνημονίου τοποθετεί το Κόμμα που το υπογράφει στη δεξιά μεριά των κομματικών κατατάξεων, αφού υπηρετεί άμεσα και αποτελεσματικά την πολιτική της άρχουσας τάξης, των ταξικών αντιπάλων, που θέλουνε και πλήττουνε πάντα τα συμφέροντα των εργαζομένων. Ανατρέπει όμως και δύο λαϊκές ετυμηγορίες, μια πρόσφατη των εκλογών της 25ης Γενάρη, και μια νωπότατη, του συντριπτικότατου σε πλειοψηφία δημοψηφίσματος. Αν αυτές οι ανατροπές γίνανε από ασκημένο εκβιασμό, είναι δευτερεύον θέμα και τέτοιου είδους αιτιολογήσεις καταμαρτυρούν απλώς ότι όλες αυτές οι ανατροπές είναι για τον ανατροπέα που τις έκανε υποδεέστερης σημασίας και αμελητέες, ας αναιρούν την ίδια την κομματική, πολιτική και ιδεολογική του υπόσταση. Πρώτιστης σημασίας έργο για τον ανατροπέα αυτό είναι η υποταγή στην καθεστηκυία τάξη. Γι` αυτό και δεν προέβει στην ανατροπή αυτής της τάξης, ας τη διαλαλούσε, αλλά στην ανατροπή του εαυτού του.        
Ήταν επόμενο λοιπόν μετά από μια τέτοια αυτοαναίρεση να προκληθούν αντιδράσεις εσωκομματικές και να προκύψει διάσπαση. Το ανησυχητικό θα ήτανε να μην προκύπτανε. «Για όσους οι αυταπάτες τους δεν προσδιορίζουν τις θεωρήσεις των γεγονότων η διάσπαση του Κόμματος είναι συντελεσμένη», έγραφα στο κείμενο παραίτησής μου από το Κόμμα στις 23.07.2015. «Όταν από τη μια έχουμε την Κυβέρνηση και την πλειοψηφία των βουλευτών της και από την άλλη τις υπογραφές της πλειοψηφίας των μελών της ΚΕ (άρα την οργάνωση συνολικά, αφού η ΚΕ είναι η πολιτική της έκφραση στο ανώτερο οργανωτικό επίπεδο)  και τη Νεολαία μαζί και το ¼ περίπου των βουλευτών, τότε το ρήγμα ήδη χάσκει αγεφύρωτο. Και αν δεν επρόκειτο για θεμελιώδη υπαρξιακά ζητήματα του Σύριζα, αν δεν ήτανε από τη μια η ιδεολογική του αναίρεση και από την άλλη η απόρριψή της, άρα για επιβεβλημένη διάσπαση, θα μπορούσε να ελπίζει κάποιος στην υπέρβαση του χάσματος. Δηλώσεις ευχετικές της συγκάλυψής του ή κινήσεις αποτροπής του στη βάση μπακαλίστικων υπολογισμών, ενώ κρίνεται η ιδεολογική και ηθική υπόσταση του Κόμματος, ευτελίζουν και τη σημασία ύπαρξης ιδεολογίας σ` ένα αριστερό Κόμμα και τη σημασία ύπαρξης της Ηθικής. Η σκοπιμότητα να παραμείνει στην Κυβέρνηση η Αριστερά, ενώ Αριστερά δεν είναι, και να καθυποταχθούν οι αξίες της σ` αυτή τη σκοπιμότητα, εκτός από τη διάσπαση που ήτανε φυσικό να προκαλέσει, δεν προοιωνίζεται κανένα μέλλον για την Αριστερά, που τις αξίες της είχε πάντα ως εφαλτήριο για την εκτίναξή της στο μέλλον. Και ήτανε σήμερα μεγάλη η τιμή μας που η Αριστερά που φτιάχτηκε με τόσες δυσκολίες, ας είναι τόσο προσωποπαγής, αντιτάχθηκε άμεσα και αυτόβουλα στην αναίρεση της ιδεολογίας της. Όμως, αν και τα ανακλαστικά της αυτόματα δράσανε και σώσανε την τιμή της, δεν μπορούνε ωστόσο να σώσουνε την Αριστερά ως ζώσα και ελπιδοφόρα πολιτική δύναμη. Το πλήγμα που της καταφέρθηκε από την Κυβέρνηση ήτανε θανάσιμο, όπως θανάσιμο ήτανε και το πνίξιμο που έκανε η Κυβέρνηση στο «Όχι» του δημοψηφίσματος».
Συνεπώς μετά από όλα αυτά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως όχι μόνο «διαρράγηκε» η ενότητα στο Σύριζα, αλλά και ο ίδιος ο Σύριζα έπαυσε να υπάρχει. Στην εκδοχή της ηγετικής του έκφρασης θα παραμείνει ένα μόρφωμα, που μαζί με τις άλλες μνημονιακές πολιτικές δυνάμεις θα διαγκωνίζεται με νόθες πάντα κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες να διαχειριστεί τις μνημονιακές πολιτικές. Βεβαίως Σύριζα αυτό το κυβερνητικό ή προσωποπαγές μόρφωμα δε θα είναι σε καμιά περίπτωση. Ενώ στην εκδοχή των διαφωνούντων, και αν αποτελέσουν ολότητα, ο διαχωρισμός τους και ονομαστικά από το μεταστραμμένο Σύριζα είναι δηλωμένος, οπότε και η σχέση αυτής της ολότητας μαζί του θα παραμείνει ιστορική και μόνο. Αλλά και κάτι πολιτικά εξίσου αξιόλογο με τον ιστορικό Σύριζα δεν μπορεί η νέα ολότητα να είναι, καθώς ο Σύριζα αναπτύχθηκε σε απόλυτα εμπροσθοβαρύ έδραση και αποκλείστηκε κάθε δυνατότητα δημιουργίας αντίπαλου δέους. Γι` αυτό η σχέση του λαού με το Σύριζα ήτανε μια σχέση λαού και ηγέτη μόνο, που δεν είχε ουσιαστική, ιδεολογική βάση. Δεν προερχόταν από πίστη σ` αυτή την ιδεολογία, αλλά από ώθηση της ανάγκης προς αυτή. Είχε περιστασιακό και προσωπολατρευτικό χαρακτήρα και ήτανε γι` αυτό εντελώς «αέρινη» σχέση, που με το πρώτο φύσημα θα «εξανεμιζόταν» εύκολα. Κι ενώ είχε κατορθώσει ο κ. Τσίπρας, ως ενσαρκωτής των αριστερών ιδεών που πρόβαλλε τον εαυτό του, να συσπειρώσει στο πρόσωπό του πολύ μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, από την ανάγκη έστω, μόλις μεταστράφηκε και έπαυσε να ανταποκρίνεται σ` αυτή την ανάγκη, απώλεσε αμέσως τη «δεδηλωμένη» τόσο την εσωτερική του Κόμματος όσο και την κοινοβουλευτική αλλά και προπάντων τη λαϊκή. Τώρα άδειο όπως κατάντησε τον εαυτό του, επιχειρεί ο ίδιος να τον γεμίσει με καταφανή ψευδολογήματα και αντιφάσεις, που δεν μπορούν όμως να του εξασφαλίσουνε την απαιτούμενη στατικότητα, ώστε να μπορεί να στέκει όρθιος,  ενώ το σύστημα, που τον θεωρεί πλέον δικό του και μπορεί, πιστεύει, να επενδύει ακόμα στο πολιτικό του κεφάλαιο, προσπαθεί με όψιμους εναγκαλισμούς και αναδείξεις του, να τον στήσει και αυτό όρθιο, αναδομώντας τον με «αχυροκατασκευή». Πρώτη λοιπόν εμφάνιση προεκλογική επιχειρεί ο κ. Τσίπρας στον ALPHA με συνέντευξή του, απ` όπου σταχυολογούμε ένα από τα πολλά νέα «γεμίσματά» του. Δε χρειάζονται άλλα.  
Οι εκλογές, μας είπε και το πήρε ως θέσφατο το Κανάλι, δεν προέκυψαν, όπως προέκυψαν, από την πραγματική απώλεια της δεδηλωμένης στη Βουλή, αλλά από δική του δήθεν επιλογή, που την έκανε στις 12 Ιουλίου. Ιδού και η αιτιολόγηση της επιλογής, που κάνει πάντα πιο λαμπερή την ψευδολογία.  «Για να έχω την έγκριση του λαού στην εφαρμογή του μνημονίου», είπε. Μα ο ίδιος δήλωνε λίγες μέρες πριν πως δεν είναι «παντός καιρού Πρωθυπουργός» και δε θα μπορέσει να εφαρμόσει το ενδεχόμενο «Ναι στο μνημόνιο» του δημοψηφίσματος. Στο Ναι το δικό του τώρα πώς γίνεται παντός καιρού και μπορεί να το εφαρμόσει; Και πώς ζητάει τη λαϊκή έγκριση, την οποία και πριν θα είχε αλλά δεν τη θεωρούσε ικανή να τον μετατρέψει σε Πρωθυπουργό παντός καιρού. Εξάλλου – έμπρακτα το έδειξε - δεν τον ενδιέφερε η λαϊκή ετυμηγορία. Αν τον ενδιέφερε και την υπολόγιζε, δε θα την παρέκαμπτε υπογράφοντας τη συμφωνία. Ούτε βέβαια μπορεί να έχει κανένα νόημα ο πιθανός ισχυρισμός ότι άλλο νόημα έχει η υπογραφή της συμφωνίας και άλλο η εφαρμογή της, για να μη χρειάζεται τη λαϊκή συναίνεση η πρώτη παρά μόνο η δεύτερη.
Ας πούμε όμως ότι δεν αποκλείεται να αποφάσισε τις εκλογές σ` εκείνη την ημερομηνία. Οι ερμηνείες είναι δύο: α. Οι εταίροι να του τις υπαγόρευσαν, γι` αυτό και τις επιδοκίμασαν θερμά, όταν προκηρύχτηκαν, ώστε ο κ. Τσίπρας, που τον θεωρούσαν τον πιο κατάλληλο για την εφαρμογή του μνημονίου, να έχει στην εφαρμογή του τη συνεπικουρία και της λαϊκής συναίνεσης. β. Δεν αποκλείεται πάλι να τις «σκέφθηκε» τότε, επειδή έβλεπε τι θα επακολουθήσει και ήταν ήδη αποφασισμένος να δρομολογήσει έτσι τα πράγματα, όπως του υποδείκνυε επίμονα και ο αρχηγός του Ποταμιού μαζί με τους «ομόγλωσσούς» του τους Εταίρους, και να απαλλαγεί επί τέλους από τα αριστερά βαρίδια του Κόμματος. Οι δύο αυτές ερμηνείες, που συνδυασμένες εύκολα γίνονται μία, προϋποθέτουν βέβαια την κοινή πίστη Τσίπρα και Εταίρων ότι ο λαός θα συναινέσει λόγω της μεγάλης δημοτικότητας του πρώτου. Εδώ όμως είναι που πέσανε έξω και οι δύο. Γιατί ο λαός δεν είναι συρόμενο και του ηγέτη που τον εγκαταλείπει. Ακολουθεί μόνο τον ηγέτη και όσο αυτός τον εκπροσωπεί πιστά στις αξίες που πιστεύει και θέλει να βλέπει πως οδεύουν σε εφαρμογή. Αν διαπιστώσει παρέκκλιση, αμέσως κλονίζεται η εμπιστοσύνη του και διαχωρίζει τη θέση του από τον ηγέτη, αποστασιοποιείται. Αν ιδίως πρόκειται για πλήρη μεταστροφή, τότε τον εγκαταλείπει πάραυτα. Παρόλα αυτά ο κ. Τσίπρας, πιστεύοντας πως ο λαός θα είναι μόνιμο συρόμενό του, θέλησε να εφαρμόσει το κυνικότατο σχέδιο, για το οποίο μιλούσαμε την άλλη φορά, να εξωθήσει και το λαό σε μεταστροφή, εξευτελίζοντάς τον, μόνο και μόνο για να ξεπλύνει κατ` αυτό τον τρόπο τη δική του ντροπή. Όμως οι εκλογές, ας ορίστηκαν τόσο νωρίς, θα τον διαψεύσουν. Γιατί ένα και μόνο θα είναι το νόημά τους: Να καταδείξουν πόσο απεχθάνεται ο λαός τους ηγέτες που μεταστρέφονται. Ακόμα και ένας ψήφος λιγότερος να είναι από τις προηγούμενες εκλογές η αποδοκιμασία αρχίζει να διαφαίνεται. Εδώ όμως θα έχουμε τουλάχιστο δέκα ποσοστιαίες μονάδες λιγότερες, που όχι μόνο θα καταγράφουν το μέγεθος της λαϊκής απέχθειας, αλλά και θα επιβεβαιώνουν τόσο μα τόσο γρήγορα την πολιτική αυτοκτονία του ανερμάτιστου αριστερού ηγέτη. Και δεν παίρνουμε ως βάση εκείνα τα υψηλότατα δημοσκοπικά ποσοστά της αρχής της πρωθυπουργίας του ούτε τα υψηλά επίσης του δημοψηφίσματος, για να καταδείξουμε την κατακόρυφη πτώση του.

Κι όμως, κ. Τσίπρα, ήσουνα ωραίος σαν παλικάρι αριστερό και στιβαρό πολιτικό παράστημα. «Άδειασες» όμως κι έγινες τώρα άθλιο κενό με σανό γεμισμένο. Παρόλα αυτά έχε ήσυχη τη συνείδησή σου, αριστερέ μου. Κι εμείς πιστεύουμε ότι δε θα έχεις πρόβλημα μαζί της, από τη στιγμή που ήσουνα σε θέση να κάνεις όσα έκανες. Αλλά όπως και να `χει το πράγμα, με μια επίσκεψη σε πνευματικό θα την καθησυχάσεις κι άλλο και δε θα νιώθεις τον ανθρώπινο πόνο, όσο κι αν άκουσες ηπειρώτικο τραγούδι, ώστε να σου πνίγεται η διάθεση να τον εκμεταλλευθείς. 

Ο Σύριζα λοιπόν τέλος, αλλά τέλος και η πολιτική ελπίδα στη χώρα μας. Για πόσον καιρό κανείς μας δεν ξέρει.